jump to navigation

«Φούστευε και μη ερεύνα» 4 Δεκεμβρίου, 2009

Posted by expaganus in Γυναίκες, Ορθοδοξία, Σύγχρονα προβλήματα, Τα δυο φύλα στον Χριστιανισμό, κλήρος.
Tags: , , , , , , , , , , , , , ,
trackback

Αφιερωμένο στον φίλο Γιώργο

Ένας φίλος μου ζήτησε πρόσφατα τη γνώμη μου για ένα άρθρο με τον ευρηματικό τίτλο «Φούστευε και μη ερεύνα», το οποίο δημοσιεύθηκε στη μαθητική εφημερίδα «Schooligans» (τ. 14 – Μάιος 2009, μπορείτε να το δείτε εδώ). Θέμα του άρθρου τα «κορίτσια που πάνε εκδρομή με το σχολείο τους στα Μετέωρα» και «το ξέρουν» ότι «πριν μπουν στο μοναστήρι, πρέπει να φορέσουν φούστες, έστω και πάνω από το παντελόνι». Στο άρθρο, 7 κορίτσια και 3 αγόρια της Α’ Λυκείου έλεγαν τη γνώμη τους γι’ αυτό. Και όταν είδα τις γνώμες τους, πραγματικά μου έκαναν εντύπωση:

«Παρακαλώ κάποιος να μου εξηγήσει τι το αμαρτωλό έχει ένα τζιν παντελόνι.» έλεγε η Νεφέλη.

«Μπορεί σαν κίνηση να φαίνεται κάτι απλό και μικρό – μια φούστα φοράς για μισή ώρα – αλλά με κάτι τέτοια απλά και μικρά η εκκλησία υποβιβάζει τη γυναίκα και την κάνει να νιώθει κατώτερη. Τη βάζει να κρύψει το σώμα της σαν να έπρεπε να ντρέπεται για αυτό. Και αυτό περνάει υποσυνείδητα και στον κόσμο.» έλεγε η Δάφνη.

«Είχε πολύ πλάκα!» έλεγε η Αναστασία, που πρέπει να ήταν μεγάλο πειραχτήρι, αφού στη συνέχεια ομολόγησε: «Όποτε περνούσε ένας μοναχός, βγάζαμε λίγο το πόδι μας έξω από το σκίσιμο της φούστας για να δει το παντελόνι και να κολαστεί.»

«Εμένα μ’ ενόχλησε η υποκρισία» είπε η Μαρίσα. «Μπήκε μια γυναίκα με τη ζακέτα δεμένη στη μέση πάνω απ’ το παντελόνι και την άφησαν να περάσει, θεωρώντας τη ζακέτα φούστα! Φυσικά έκανα κι εγώ το ίδιο με το μπουφάν μου. Δεν είναι μαλακία όμως αυτό; Ή φοράς φούστα ή δε φοράς!»

«Κοιτάξτε, εγώ είμαι αγόρι οπότε δε φοράω φούστες – στα μοναστήρια τουλάχιστον (χαχαχα)» έλεγε ο Γιώργος. «Πιστεύω όμως ότι όταν βρίσκεσαι σε έναν χώρο ιερό, πρέπει να τηρείς τους κανόνες του. Αλλιώς μην πας! Όταν πηγαίνεις στο τζαμί, γιατί βγάζεις τα παπούτσια σου; Άντε πες στους Μουσουλμάνους «δεν τα βγάζω» και θα δεις τι έχει να γίνει! Και στο κάτω-κάτω γιατί κυρά μου νιώθεις κατώτερη όταν φοράς φούστα; Αμάν πια αυτά τα φεμινιστικά!»

«Εγώ αρνήθηκα να φορέσω φούστα», έλεγε η Σεμέλη. «Το θεωρώ φαλλοκρατικό και προσβλητικό. Και μην ακούσω πάλι αυτή την μαλακία
με τα τζαμιά και τα παπούτσια! Εκεί όλοι βγάζουν τα παπούτσια, και άντρες και γυναίκες! Και εγώ θα τα έβγαζα. Θα το έκανα από σεβασμό σε κάτι ξένο, όπως είναι ο μουσουλμανισμός. Η Ορθοδοξία, όμως, δεν είναι κάτι ξένο, ανήκει και σε μένα. Μου προκαλούν δέος τα λόγια του Χριστού. Και δεν νομίζω ότι θα καθόταν ο Χριστός να ασχοληθεί με τις φούστες. Θα σου έλεγε απλώς «Έλα όπως είσαι».»

«Εγώ δεν είμαι ούτε φανατική χριστιανή, ούτε φανατική φεμινίστρια. Είδα την όλη φάση ως τουρίστρια» έλεγε η Έλενα, που μάλλον είναι πρακτικό πνεύμα. «Έβαλα τη φουστίτσα μου, μπήκα, βγήκα και έβγαλα και ωραίες φωτογραφίες.»

«Εγώ φόρεσα τη φούστα χωρίς να το πολυσκεφτώ» έλεγε η Μελίνα. «Κάτι όμως μου βρωμούσε. Ήταν η ίδια η φούστα! Έλεος! Δεν μπορούν να
τις πλένουν συχνότερα;»

«Οι γυναίκες είναι αχάριστες!» έλεγε ο Νίκος. «Ξεχνάνε ότι πριν 50-60 χρόνια δεν είχαν καθόλου δικαιώματα, τώρα θέλουν να μπαίνουν και με φούστα στο μοναστήρι. Σε λίγο θα ζητάνε να μπουν και στο Άγιο Όρος! Αντί να κάνουν τον σταυρό τους που έχουν σχεδόν τα ίδια δικαιώματα με εμάς, το
παίζουν αδικημένες και επαναστάτριες. Σιγά μωρέ!»

Και η τελευταία λέξη ήταν του Αλέξανδρου: «Είμαι αγόρι. Τα κορίτσια του σχολείου μου είχαν ένα τελείως φυσιολογικό ντύσιμο, καθόλου προκλητικό. Κάτι τέτοια κάνει η εκκλησία και μετά σιχαινόμαστε τη θρησκεία μας. Κρίμα.»

Τα σχόλια αυτά μου έκαναν μεγάλη εντύπωση, αναγνώστες. Κατ’ αρχήν μου έκανε εντύπωση που, παρότι ο τίτλος διευκρίνιζε ότι τα κορίτσια ήξεραν πως ο όρος για να μπουν στο μοναστήρι ήταν να φοράνε φούστα, κανένα δεν το έκανε από μόνο του.  Οι πέντε στις έξι που φόρεσαν φούστα για να μπουν, περίμεναν να χρησιμοποιήσουν τις φούστες που έχει το μοναστήρι γι’ αυτό το σκοπό. Μάλιστα η μια παραπονιόταν που η φούστα δεν ήταν τόσο καθαρή, όσο θα την ήθελε, ενώ θα ήταν τόσο απλό να έχει φορέσει από πριν, ή έστω να έχει φέρει μαζί της, μια δική της που θα ήταν του γούστου της. Μια άλλη έμοιαζε να έχει την προσδοκία ότι στο μοναστήρι θα συναντούσε, όχι αμαρτωλούς ανθρώπους που σκοτίζονται για ρούχα, αλλά τον Θεάνθρωπο Χριστό. Μια άλλη θεωρούσε ότι της ζητούσαν να φορέσει φούστα επειδή πίστευαν ότι το παντελόνι είχε κάτι αμαρτωλό, μια άλλη νόμιζε ότι το να φορέσει φούστα και όχι να μπει με παντελόνι, όπως οι συμμαθητές της, ήταν φαλλοκρατικό και προσβλητικό. Μάλιστα έλεγε ότι η Ορθοδοξία της ανήκε και δεν ήταν κάτι ξένο, κι όμως αγνοούσε – όπως κι ένα από  τα  αγόρια, που θεωρούσε την Ορθοδοξία «θρησκεία μας» – άρα και «θρησκεία του» – ότι στον Χριστιανισμό υπάρχει η πίστη ότι τα φύλα πρέπει να ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο από την εξωτερική τους ενδυμασία. Αν είχα μπροστά μου τα παιδιά, πολύ θα ήθελα να τα ρωτήσω τι στο καλό ήξεραν για «τη θρησκεία τους», και ειδικότερα τα κορίτσια θα ήθελα να τα ρωτήσω αν θα απέφευγαν να πάνε σ’ ένα χορό όπου ο όρος ήταν να φοράνε τουαλέτα, με το ίδιο σκεπτικό, ότι το να τους ζητείται κάτι τέτοιο είναι «φαλλοκρατικό και προσβλητικό». Με παραξένευε γιατί μερικά έκαναν σαν ν’ αντιπαθούσαν τις φούστες, το ένδυμα που δηλώνει ότι ανήκουν στο γυναικείο φύλο… Ένιωθαν ότι το να φοράνε οποιαδήποτε φούστα τις υποβιβάζει, ή απλά αντιδρούσαν στο να φορέσουν φούστα για να μπουν στο μοναστήρι;

Διάφοροι φίλοι που είδαν αυτό το άρθρο, το σχολίασαν. «Όταν πηγαίνουν στο κλαμπάκι το βράδυ όμως, δέχονται να υπάρχει «dress code» και είναι «κότες» στους πορτιέρηδες που δεν τους βάζουν αν δεν είναι ντυμένοι με έναν τρόπο η δεν συνοδεύονται» είπε ένας. «Εκεί αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα του φουσκωτού/πορτιέρη….στην Εκκλησία δεν αναγνωρίζουν.»

«Η απάντηση είναι απλή: το σπίτι του άλλου το σέβεσαι» είπε ένας άλλος. «Ας υποθέσουμε ότι ένας φίλος/φίλη των παιδιών κάνει δίαιτα και δεν τρώει σχεδόν τίποτα. Κάνουμε τσιμπούσι μπροστά του; Αν διαβάζει για πανελλήνιες κάνουμε πάρτι σπίτι του; Σεβόμαστε λοιπόν τις συνθήκες του άλλου αν τον επισκεπτόμαστε.»

«Η γυναίκα σήμερα υφίσταται ένα σωρό εξευτελισμούς σε όλους τους τομείς» παρατήρησε ένας τρίτος. «Σε κάθε διαφημιστικό σποτ για οποιοδήποτε είδος αναμειγνύουν και από μία εμφανίσιμη κοπέλα. Όπως είπε και ο Λεμεσού σε ακροατήριό του: «Πείτε μου ρε παιδιά τι σχέση έχει μια γυναίκα με τα μακαρόνια, λάστιχα, σφουγγάρια, παπούτσια. Κακώς οι γυναίκες δέχονται να τις εξευτελίζουν σήμερα κατ’ αυτόν τον τρόπο.» Για να μην πούμε για άλλα πιο άσχημα. Όλα αυτά μας φαίνονται φυσιολογικά. Η φούστα όμως στο μοναστήρι απομακρύνει δήθεν τους νέους από την εκκλησία!!
Κάπως έτσι φαίνεται ο εγωισμός που φωλιάζει μέσα μας. Δε μας νοιάζει ο κόπος που κάνει κάποιος μοναχός στον τόπο που επέλεξε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του. Θέλουμε να προσαρμοστεί εκείνος στα δικά μας θέλω για εκείνη τη μισή ώρα. Χωρίς να περνάει καν από το μυαλό μας πόσες μισές ώρες θα θελήσουν άλλοι να επισκεφτούν το μοναστήρι για να προσαρμοστεί ο μοναχός στα θέλω τους.
Από τις απαντήσεις σε γενικές γραμμές των παιδιών φαίνεται εν τέλει ότι δε μας νοιάζει τίποτα. Μόνο η επιθυμία μας και αυτό που θέλουμε να γίνει, αγνοώντας το σεβασμό απέναντι στο πρόσωπο που τον επισκεπτόμαστε στο σπίτι του στην ουσία και αν θέλετε και μου επιτρέπετε, χωρίς καν να το ρωτήσουμε.
Από την άλλη μεριά δεν φταίνε όμως πάντα τα παιδιά! Τ ι να κάνουμε! Δε μεγαλώσαν όλα μόνα τους!»

Αλήθεια είναι, ότι δεν διαφωνώ με αυτά τα σχόλια. Όμως, επειδή αυτό το «μη ερεύνα» στον τίτλο με τσίγκλισε, σκέφτηκα να «σκαλίσω» το θέμα λίγο παραπάνω, και να σας γνωστοποιήσω τις σκέψεις μου.

1) Κατά τη γνώμη μου, το παντελόνι πολλές φορές είναι πολύ πιο σεμνό από ορισμένες φούστες. (Μάλιστα για λόγους σεμνότητας άρχισαν να το φορούν ευρέως γυναίκες, κάποιες εργάτριες Αμερικανίδες, για να μην έχουν οι συνάδελφοί τους τη δυνατότητα να «μπανίζουν» κάτω απ’ τα φουστάνια τους.) Ο πνευματικός μου έλεγε ότι δεν είναι κακό να το φορά μια γυναίκα, αρκεί το παντελόνι να συνοδεύεται από κάτι που κάνει το ντύσιμο γυναικείο, κάτι που δεν το φοράνε άντρες, π.χ. γυναικεία παπούτσια ή πουκάμισο ή πανωφόρι, ή κάποιο μαντήλι, κάτι τέλος πάντων που να δείχνει ότι είναι γυναίκα και ότι ΘΕΛΕΙ να ξεχωρίζει αυτό (όχι βέβαια με το να φοράει κάτι θηλυκό μεν, προκλητικό δε, για να μην παρεξηγηθούμε). Και βέβαια, όλοι σήμερα ξέρουμε ότι σε άλλους πολιτισμούς το παντελόνι αποτελεί μέρος της γυναικείας ενδυμασίας, όμως όταν συμβαίνει αυτό διαφέρει από το αντίστοιχο ανδρικό, και ότι και στη δική μας κουλτούρα κάποια είδη παντελονιών όπως π.χ. οι φαρδιές, και ενίοτε λουλουδάτες παντελόνες, φοριούνται μόνο από γυναίκες.

2) ΟΜΩΣ:

α) Το κοινό «γιούνισεξ» παντελόνι, κατ’ αρχήν αντιβαίνει τον κανόνα ότι δεν πρέπει τα δυο φύλα να ντύνονται έτσι που να δίνουν την εντύπωση ότι ο άντρας θα ήθελε να είναι γυναίκα, ή ότι η γυναίκα θα ήθελε να είναι άνδρας. Και μόνο η έννοια «γιούνισεξ», δηλαδή «το ίδιο και για τα δύο φύλα» προδίδει μια τάση να ανακατέψουμε τα φύλα, να μην ξεχωρίζει ο καθένας από τα ρούχα του σε ποιο ανήκει.

β) Από την άλλη, το κοινό «γιούνισεξ» παντελόνι δεν είναι καθόλου κατάλληλο για να κρύψει τη διαφορά μεταξύ αντρικού και γυναικείου σώματος και να αποτρέψει σκέψεις επιθυμίας για το δεύτερο, στην περίπτωση που έχουμε να κάνουμε με άντρες μοναχούς. Το παντελόνι όπως το ξέρουμε εδώ στη Δύση, όσο σεμνό και να είναι, δίνει μια ιδέα για το ακριβές περίγραμμα του γυναικείου σώματος, που διαφέρει από το αντρικό στη μέση και τη λεκάνη, και αποτυπώνει στο μυαλό την κίνησή του, πολύ περισσότερο απ’ ότι επιτρέπει μια φούστα. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι άντρες βρίσκουν π.χ. τα τζην παντελόνια πιο «σέξυ» ακόμα κι από κοντές φούστες (γνωρίζω προσωπικά περιπτώσεις). ΕΚΤΟΣ κι αν πρόκειται για κάποια πολύ φαρδιά παντελόνα ή αν η επίμαχη περιοχή μέσης – λεκάνης – γλουτών καλύπτεται με κάτι πιο μακρύ, μπλούζα, πουκάμισο, ζακέτα, που φοριέται από πάνω. Το είπαν και κάποια παιδιά, ότι κορίτσια που έδεναν τη ζακέτα τους σαν φουστάνι περνούσαν από το μοναστικό «face-control». Γιατί; Ήταν τόσο ανόητοι αυτοί που τους άφηναν, και δεν καταλάβαιναν το κόλπο; Προφανώς όχι.  Μάλλον ίσχυε ότι πραγματικά, αφενός η γυναίκα που το έκανε αυτό έδειχνε ότι ήθελε κάπως να καλύψει το ότι φορούσε παντελόνι, ότι δεν ήθελε να «κολάσει τους μοναχούς» μπαίνοντας μέσα στο σπίτι τους μ’ έναν τρόπο πο εκείνοι δεν ενέκριναν, κι αφετέρου με τον τρόπο αυτό δεν φαινόταν καλά αυτό ακριβώς το σημείο του σώματος που, μαζί με το στήθος, κάνει φανερά τις γυναίκες να ξεχωρίζουν. Και αν παρατηρήσουμε, θα δούμε ότι και η μπλούζα που δίνουν στα μοναστήρια είναι ένα φαρδύ πράγμα που δεν επιτρέπει ούτε στο στήθος να ξεχωρίσει, τραβώντας την προσοχή. Έτσι, αφού βασικά χαρακτηριστικά του φύλου που θα μπορούσαν να μας τραβήξουν την προσοχή, έχουν μπει σε δεύτερη μοίρα καθώς περιβάλλονται κυριολεκτικά από ασάφεια, μένει να κοιτάξουμε και να ρίξουμε το βάρος στο ΠΡΟΣΩΠΟ της γυναίκας. Αυτό, που είναι σε μεγαλύτερο βαθμό ο καθρέφτης της ψυχής της, αφού περιλαμβάνει τα μάτια της, και σε αυτό αποτυπώνεται η ψυχική της διάθεση με τις εκφράσεις που παίρνει. Αν θέλαμε να κρύψουμε τελείως το ον γυναίκα, αν τη θεωρούσαμε μια πηγή ντροπής όπως νομίζει η Δάφνη, αν πιστεύαμε ότι είναι κακό να τη βλέπουμε, τότε θα θεωρούσαμε ότι πρέπει να κρυφτεί και το πρόσωπό της, καθώς και σ’ αυτό φαίνεται η θηλυκότητα, και θα κοιτάζαμε να το κουκουλώσουμε κι αυτό με κάποιο κάλυμμα, όπως κάνει το Ισλάμ. Όμως δεν το κάνουμε, γιατί δεν είναι το κουκούλωμα της γυναίκας αυτό που μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει να δούμε απαθώς τη γυναίκα, να μην αδικήσουμε την προσωπικότητά της εστιαζόμενοι σε χαρακτηριστικά του φύλου της. Και, στην περίπτωση των μοναχών, να μην αδικήσουμε και ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ αφήνοντας να πολιορκήσουν το νου μας λογισμοί, που με τόσο κόπο κρατάμε μακριά. Μην ξεχνάμε ότι αυτοί που γίνονται μοναχοί, έχουν αυτο-αποκλειστεί από τη δυνατότητα να έχουν με την ευλογία του Θεού μια γυναίκα σύντροφο, και να ζήσουν μαζί της την ερωτική ηδονή και τη χαρά της τεκνοποιΐας. Αυτοί έχουν θυσιάσει αυτές τις χαρές για άλλες, και προσπαθούν να μοιάσουν με τους άφυλους αγγέλους. Όμως, οι άγγελοι είναι αλλιώτικοι από μας, κι έχουν σώματα «πνευματικά», όπως λέμε, χωρίς βιολογικές ανάγκες. Δεν χωρίζονται σε δυο διαφορετικά φύλα, ούτε έχουν σώμα υπό το κράτος του θανάτου, το οποίο λόγω της θνητότητάς του μας σπρώχνει να διαιωνίσουμε την ύπαρξη του είδους μας μέσω του σεξ και της επακόλουθης αναπαραγωγής. Οι άγγελοι προφανώς δεν έχουν πρόβλημα και ολόγυμνους να μας δουν, όπως ακριβώς κι εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να βλέπουμε γυμνά τα ζώα, αφού ΔΕΝ τα επιθυμούμε. Οι άγγελοι μας βλέπουν χωρίς πάθος, σαν πλάσματα του Θεού. Εμείς, δεν είμαστε καθόλου άγγελοι. Μάλιστα τη ματιά του ανθρώπου που δεν διοχετεύει τη σεξουαλική του ορμή στη σχέση με κάποιο σύντροφο, ούτε και κάνει κάποιες πνευματικές προσπάθειες να την θέσει υπό έλεγχο, μας την περιγράφει πολύ γλαφυρά μια επιστολή νεαρού που δημοσιεύεται στην ίδια εφημερίδα: «…μες στο Μετρό είδα την πιο καύλα γκόμενα που έχω δει στη ζωή μου! Μίνι φορεματάκι, μπότες, αφέλειες, αχ… Βγαίνω και μέσα στο σταθμό βλέπω τρεις-τέσσερις παρέες από καύλες κορίτσια! … Τι να πω; Λέτε να είναι ότι έπιασαν οι ζέστες και άρχισαν να βάζουν τα πωρωτικά ελαφριά τους ρούχα; ‘Η λέτε να φταίει απλώς η άνοιξη και να με έχει χτυπήσει η δική μου καύλα στο κεφάλι;» κ.τ.λ. κ.τ.λ.

Θα μου πείτε, ο μοναχός υποτίθεται ότι αγωνίζεται κάποιον πνευματικό αγώνα για να μην κάνει παρόμοιες σκέψεις. Συμφωνώ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εμείς έχουμε δικαίωμα να σαμποτάρουμε τον αγώνα του αυτό, να τον βάλουμε σε πειρασμό, να του «βάλουμε δύσκολα». ΑΝ τον σεβόμαστε και δεν θέλουμε να αναστατώσουμε τη ζωή του, θα πρέπει να τον επισκεφτούμε ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ με τον τρόπο που βολεύει αυτόν, και όχι με τον τρόπο που βολεύει εμάς. Αν στο εμπόριο δήθεν «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο», στην κανονική ζωή – την οποία πιστεύω ότι όλοι τη θέλουμε απαλλαγμένη από «δήθεν» και ψευτοευγένειες και κολακείες σαν την προηγούμενη φράση, που έχει ως κίνητρο το συμφέρον – στις συναναστροφές μεταξύ ώριμων, υπεύθυνων ανθρώπων, ο φιλοξενούμενος ΔΕΝ έχει πάντα δίκιο. Και σίγουρα δεν έχει ΚΑΘΟΛΟΥ δίκιο όταν συνειδητά αρνείται να σεβαστεί τον τρόπο λειτουργίας του σπιτιού το οποίο επισκέπτεται, τον τρόπο ζωής του ανθρώπου που του προσφέρει φιλοξενία.

Θα μου πείτε: Καλά όλα αυτά όταν έχουμε να κάνουμε με άντρες μοναχούς, σαν αυτό στα Μετέωρα όπου πήγε το συγκεκριμένο τμήμα. Όταν όμως πάμε σε γυναικείο μοναστήρι γιατί οι γυναίκες να φορέσουν φούστα; Σε τι θα σκανδαλιστούν οι γυναίκες από τις ομόφυλές τους, που είναι ντυμένες διαφορετικά; Ή μήπως οι μοναχές είναι λεσβίες κι επιθυμούν τα σώματα του ίδιου φύλου με το δικό τους;

Αυτό το ερώτημα πρώτα-πρώτα δεν λαμβάνει υπόψη ότι και οι μοναχές, ως Χριστιανές, θεωρούν ότι τα φύλα πρέπει να ξεχωρίζουναπό την ενδυμασία τους. Δεύτερον, παρότι ο συλλογισμός αυτός μπορεί να φαίνεται σωστός, είναι στην πραγματικότητα αφάνταστα επιφανειακός. Όποιος σκέφτεται έτσι, αγνοεί την τάση του ανθρώπου να μοιάσει με τους ομοίους του, την τάση για μίμηση που αποτελεί κινητήρια δύναμη της διαφήμισης. Ένας άντρας θα αγοράσει το τάδε προϊόν, το οποίο διαφημίζει μια ωραία γυναίκα, επειδή τον ελκύει η γυναίκα. Μια γυναίκα θα το αγοράσει επειδή στο υποσυνείδητό της θέλει να μοιάσει στην ωραία αυτή γυναίκα. Γι’ αυτό άλλωστε στις διαφημίσεις που έχουν σκοπό να μας ωθήσουν στην αγορά προϊόντων βλέπουμε ωραίες γυναίκες: επειδή το ένα φύλο επιθυμεί να τις χαρεί, και το άλλο να τους μοιάσει. Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια λοιπόν, με τη χρήση ενός ανθρώπου του ενός φύλου, στοχεύουμε στον επηρεασμό και των δύο.

Μια γυναίκα που έγινε μοναχή, όσο κι αν η απόφασή της ήταν συνειδητή και η επιθυμία της για τη μοναχική ζωή έντονη, μπορεί από καιρό σε καιρό να έχει λογισμούς που της δημιουργούν πρόσκομμα: για παράδειγμα, πώς θα έμοιαζε αν φορούσε κι αυτή τα ρούχα που φορούν οι γυναίκες που ζουν στον κόσμο, και κατ’ επέκταση, ξεκινώντας από αυτόν το λογισμό που φαίνεται αθώος, πώς θα ήταν η ζωή της αν είχε πάρει μια άλλη απόφαση, πώς θα περνούσε αν είχε άντρα, πώς θα ένιωθε αν έκανε παιδιά, αν είχε εγγόνια κ.τ.λ.- ΑΝ δηλαδή είχε πράγματα τα οποία αποκλείεται να έχει στη μοναχική ζωή, ΕΚΤΟΣ κι αν παραβεί τους όρκους της και πετάξει τα ράσα. Αν δηλαδή, αποτύχει να ακολουθήσει με συνέπεια το δρόμο, που μόνη της επέλεξε. (Σε γενικές γραμμές το ίδιο ισχύει και για τον άντρα μοναχό.)

Φανταστείτε μια μοναχή που έχει σαν σκοπό με την προσευχή και την άσκηση να μοιάσει με τους αγγέλους, να κάνει σκέψεις όπως μια επιστολογράφος της εφημερίδας Schooligans: «Θέλω το μωβ φουστάνι μου, θέλω καινούριο μαγιό, θέλω να κάνω βουτιά στην παγωμένη θάλασσα και να ουρλιάζω κάτω απ’ το νερό, θέλω ηλιοθεραπεία, θέλω … μαυρισμένα πόδια, κόκκινα νύχια και ξανθά μαλλιά. … θέλω … να κάνουμε τις Αγγλίδες όταν παίρνουμε σουβλάκια. Θέλω νυχτερινό μπάνιο… θέλω καλοκαιρινούς έρωτες, θέλω clubbing … Θέλω μπιχλιμπίδια στα πόδια … θέλω coctails, θέλω Βρετανούς» κ.ο.κ. Η ανάπτυξη τέτοιου είδους επιθυμιών πραγματικά κάνει μια μοναχή να «χάσει τη μπάλα».

Πιστεύω ότι μια κοπέλα που πηγαίνει με πραγματικό σεβασμό να επισκεφτεί ένα γυναικείο μοναστήρι, δεν θέλει να βάλει τις μοναχές του σε κανενός είδους πειρασμό. Ίσως από μόνη της να μην συλλογιστεί όλα αυτά που αναπτύχθηκαν εδώ, σίγουρα όμως αν της τα εξηγήσει κάποιος θα τα σκεφτεί σοβαρά.
Κι εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μοναχοί και οι μοναχές, ως άνθρωποι, δεν είναι βέβαια ο Θεάνθωπος Χριστός που βλέπει μέσα μας και ξέρει γιατί κάνουμε ό,τι κάνουμε, και μπορεί πάντα να μας συγχωρεί. Ένας μοναχός ή μια μοναχή  που θα δουν όλη αυτή τη γκρίνια μπροστά στη είσοδο του μοναστηριού, με τη μια κοπέλα να λέει ότι νιώθει πως τη θεωρούν κατώτερη, την άλλη να ρωτά τι το αμαρτωλό έχει το παντελόνι, τον άλλο να λέει ότι τους κάνουν να σιχαίνονται τη θρησκεία κτλ. μπορεί πολύ ανθρώπινα να εκνευριστεί – ειδικά αν έχει δει αυτό το φαινόμενο να επαναλαμβάνεται άπειρες φορές – και να σκεφτεί με αγανάκτηση «μα καλά, βαφτισμένοι άνθρωποι κι αγνοούν κάτι τόσο βασικό; Κι επιτέλους, αφού εμείς δεν τους φέρνουμε στο σπίτι μας με το ζόρι αλλά έρχονται από μόνοι τους, γιατί έρχονται όπως τους καπνίσει, χωρίς να μας σέβονται καθόλου;»

Θα πει τώρα κάποιος: Ωραία όλα αυτά. Αλλά αφού το παραδέχτηκες ότι κάποια παντελόνια είναι αποκλειστικά γυναικεία και δεν προκαλούν, αφού κι ο πνευματικός σου είπε ότι αρκεί για τη γυναίκα κάποιο άλλο ενδεικτικό του φύλου σε συνδυασμό με το παντελόνι, γιατί στο «μοναστικό face-control» δεν αφήνουν να περάσουν αυτές με τις παντελόνες, παρά τις βάζουν να φορέσουν φούστες από πάνω;»

Επειδή πολύ απλά στο μοναστήρι δεν εγκαταβιώνουν άνθρωποι, που ασχολούνται με τις τάσεις της μόδας. Το μοναστήρι είναι ακριβώς ένα καταφύγιο για να γλιτώνει ο άνθρωπος από εφήμερες σκέψεις κι ενασχολήσεις σαν αυτές. Η ζωή εκεί είναι απλή, η επαφή με τον έξω κόσμο – κατά κανόνα – δεν είναι μεγάλη, και οι κανόνες είναι συγκεκριμένοι: Το κάθε φύλο, για να μπει, θα φορά τα ρούχα που σύμφωνα με τις επιταγές της συγκεκριμένης κοινωνίας του ταιριάζουν, και αν πλέον στον «έξω κόσμο» ένα συγκεκριμένο είδος παντελονιού θεωρείται γυναικείο, στο μοναστήρι δεν οφείλουν να το γνωρίζουν αυτό. Ούτε τους ωφελεί να «ξεψειρίζουν» τα ρούχα του κάθε επισκέπτη: εντάξει το δικό σου παντελόνι είναι φαρδύ, πέρνα, εντάξει εσύ φοράς δαντελωτό πουκάμισο, πέρνα, εσύ δεν φοράς τίποτα γυναικείο, βάλε μια φούστα κ.ο.κ. Αυτό θα ήταν εντελώς ακατάλληλο σαν ενασχόληση για τους μοναχούς και τις μοναχές.

Επίσης, στους άντρες δεν ζητιέται να φορέσουν κάτι ιδιαίτερο, γιατί οι άντρες ΕΡΧΟΝΤΑΙ με τα ρούχα που έχουν συνδυαστεί με το φύλο τους. Αν αύριο εμφανίζονταν σε ένα μοναστήρι άντρες που φορούσαν φούστα, και ζητούσαν να μπουν, σίγουρα θα τους απαγορευόταν η είσοδος μέχρι να έρθουν με παντελόνι. Απλά πράγματα.

Οπότε μένει το κατά πόσο εμείς, ως πιστοί μιας θρησκείας που τα λόγια του ιδρυτή της «μας προκαλούν δέος», γνωρίζουμε πραγματικά το πώς και το γιατί σ’ αυτή τη θρησκεία «μας». Και κατά πόσο ως επισκέπτες σεβόμαστε τους κατοίκους του χώρου που επισκεπτόμαστε.

Σχόλια»

1. π παντελεημων - 4 Δεκεμβρίου, 2009

Συγκινητική η προσπάθεια σου να μπεις στην νοοτροπία των παιδιών και πολύ εύστοχες οι παρατηρήσεις σου με τις οποίες συμφωνω.
Όμως υπάρχει και μία «έκπτωση» από την άλλη πλευρά. Θα πρέπει να καθιερωθεί το άβατο των ιερών μονών για όσους κοσμικούς δεν τις επισκέπτονται με πνευματική διάθεση αλλά με νοοτροπία και στυλ περίεργου και τουρίστα. Οι ιερές μονές μπορούν να εκθέτουν τους πολιτιστικούς τους θησαυρούς εκτός του κυρίως χώρου της μονής. Άλλωστε δεν είναι μουσεία αρχαιοτήτων αλλά χώρος ζωντανής παρουσίας και άσκησης. Γιατί δυστυχώς οι κοσμικοί έχουν νοοτροπία κοσμική και σε αυτή υπακούν και αφ’ετέρου οι μονές είναι για τους μοναχούς.

2. expaganus - 4 Δεκεμβρίου, 2009

Πάτερ ευλογείτε κι ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια.
Έτσι όπως το θέτετε δεν μπορώ να μη συμφωνήσω. Πραγματικά, ένας κοσμικός με νοοτροπία τουρίστα δεν έχει καμιά δουλειά να τριγυρίζει χαζεύοντας – και συχνά σκανδαλίζοντας – μέσα σε χώρους που άλλοι με πόνο ψυχής προσπαθούν να ασκηθούν. Αυτό όμως το ρυθμίζουν οι ίδιες οι μονές οπότε… ίδωμεν.
Και έχω την υποψία ότι αν γίνει κάτι τέτοιο, κάποιοι κοσμικοί θα δυσανασχετήσουν που δεν θα μπορούν να επισκεφθούν όλους τους χώρους ενός μοναστηριού!

3. ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ AΤΟΜΟ - 4 Δεκεμβρίου, 2009

Εξαιρετική ανάρτηση!

4. expaganus - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Ευχαριστώ αδελφέ, να είσαι καλά!

5. ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ AΤΟΜΟ - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Να είσαι καλά. Ευχαριστώ για το λίνκ!

6. Enas Filos - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Εξαιρετική δημοσίευση!

Σχετικά με το θέμα αυτό, θα ήθελα να γράψω κάτι:

Απ’ όσο βρίσκω, δεν υπάρχουν κανόνες που να απαγορεύουν στις γυναίκες να φορούν παντελόνια συγκεκριμένα. Η απαγόρευση που υπάρχει είναι γενικής μορφής, να μην φορούν οι άνδρες γυναικεία ρούχα και οι γυναίκες ανδρικά.

Περιεκτικά για το θέμα, σημειώνει ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης:

«Σημείωσαι ότι και ο Θεός εν τω Δευτερονομίω (κεφ. κβ’ 5) εμποδίζει το να μη φορή η γυνή ανδρίκια, ούτε ο ανήρ γυναικεία. Ουκ έσται σκευή ανδρός επί γυναικί, ουδέ μη ενδύσηται ανήρ στολήν γυναικείαν, ότι βδέλυγμα Κυρίω τω θεώ σου πας ποιών ταύτα. Η δε εν Γάγγρα Σύνοδος ουδέ διά νομιζομένην άσκησιν συγχωρεί να φορή γυνή ανδρίκια φορέματα. Αναθεματίζει γαρ την τούτο ποιούσαν, Κανόνι ιγ’….»

(Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 276)

Τα παραπάνω τα γράφει ο Νικόδημος στις σημειώσεις του επάνω στον 62ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου.

Άρα, για το θέμα αυτό υπάρχει:

– Το Δευτ. 22,5 που γράφει: «Η γυναίκα δεν θα φορέσει αυτό που ανήκει στον άνδρα, ούτε ο άνδρας θα ντυθεί στολή γυναίκας· επειδή, όλοι εκείνοι που πράττουν έτσι είναι βδέλυγμα στον Κύριο τον Θεό σου.»

– Ο 62ος κανόνας της Πενθέκτης που λέει:

«Θέλουμε να εκλείψουν μια για πάντα από τη ζωή των πιστών οι ονομαζόμενες καλάνδες και τα λεγόμενα Βοτά και τα ονομαζόμενα Βρουμόλια και το πανηγύρι που γίνεται την πρώτη μέρα του μήνα Μαρτίου. Αλλά βέβαια καταδικάζουμε και τους δημόσιους χορούς των γυναικαρίων ως άσεμνους, που μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη καταστροφή, και βλάβη και ακόμη και τους χορούς αντρών ή γυναικών που γίνονται στο όνομα των ψεύτικων θεών των Ελλήνων και τις γιορτές που γίνονται σύμφωνα με μια συνήθεια παλιά και ξένη προς τη ζωή των Χριστιανών, ορίζοντας κανένας άντρας να μη φοράει γυναικείο ένδυμα και καμιά γυναίκα ένδυμα που αρμόζει σε άντρες. Αλλά ούτε και να φορούν προσωπεία κωμικά ή σατυρικά ή τραγικά ούτε να φωνάζουν το όνομα του αποτρόπαιου Διονύσου, που στύβει τα σταφύλια στα ποτήρια ούτε να προκαλούν χάχανα, όταν ρίχνουν το κρασί μέσα στα πιθάρια, κάνοντας έτσι πράξεις δαιμονιώδους πλάνης εξαιτίας άγνοιας ή ματαιοδοξίας. Όσοι λοιπόν από τώρα και στο εξής επιχειρούν να κάνουν κάτι απ’ αυτά που προαναφέρθηκαν, παρ’ όλο που γνωρίζουν τις απαγορεύσεις, αυτοί, αν είναι κληρικοί, να καθαιρούνται, κι αν είναι λαϊκοί, να αφορίζονται.»

– Ο 13ος κανόνας της εν Γάγγρα Συνόδου που λέει:

«Αν κάποια γυναίκα αλλάξει την αμφίεση της από φαινομενική άσκηση και αντί για το συνηθισμένο γυναικείο ρούχο φορέσει το αντρικό, να αναθεματίζεται.»

Κατά συνέπεια, αν προσέξουμε, σοφά οι Κανόνες δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένα ενδύματα, αλλά μιλούν γενικά γι’ αυτό που είναι ανδρικό και γι’ αυτό που είναι γυναικείο. Να μην φορούν όμως οι γυναίκες παντελόνια, αυτό δεν αναφέρεται, ούτε ο Νικόδημος το αναφέρει στην παραπάνω «συμφωνία κανόνων» που παρεθέτει.

Εδώ, θα ήθελα να σημειώσω μερικές ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ (το τονίζω) απόψεις, με βάση, πιστεύω, όσα διαβάζουμε στους Πατέρες:

Ο Μέγας Αθανάσιος, ακόμη και για την Αγία Γραφή έχει πει το εξής:

«Το γράμμα αποκτείνει, το δε Πνεύμα ζωοποιεί. Πολλά γαρ των θείων Γραφών εάν κατά το γράμμα νοήσωμεν, εις αθέσμους βλασφημίας περιπεσούμεθα.»

(Μ. Αθανασίου, »Τεμάχια εκ των εις το κατά Ματθαίον», PG 27,1384B)

Δηλ. ακόμη και στο περιεχόμενο της Αγίας Γραφής, αν δωθεί άκαιρα και ανάρμοστα μια κατά γράμμα ερμηνεία, μπορεί το αποτέλεσμα να μας οδηγήσει σε βλασφημία!

Άρα, για το ζήτημα της ενδυμασίας, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τι σημαίνει «ανδρικό» και «γυναικείο». Σήμερα, ένας μανδύας του 4ου αιώνα είναι ανδρικό ρούχο; Μήπως είναι περισσότερο γυναικείο επειδή μοιάζει με μακριά φούστα; Ντυνόμαστε σήμερα υποχρεωτικά με τα ρούχα που ντύνονταν οι άνθρωποι στον 1ο, 2ο, 3ο αιώνα, ή έτσι όπως εικονίζονται στις αγιογραφίες; Υπάρχουν σήμερα τέτοιου είδους ανδρικά ρούχα; Αν τα φορούσαμε πως θα φαινόμασταν; Υπάρχει και το ζήτημα της εθνικής παράδοσης. Αναθεματίζεται αυτός που φοράει φουστανέλα, η οποία στην πραγματικότητα είναι φούστα; Αν ένας ορθόδοξος σκωτσέζος φορέσει το κιλτ, θα αναθεματιστεί; Σύμφωνα με την ακρίβεια των κανόνων, η φουστανέλα θα έπρεπε να είναι λόγος αφορισμού, αφου αποτελεί γυναικείο ένδυμα σήμερα, και οι κανόνες του 4ου αιώνα δεν αναφέρουν κάτι γι’ αυτό.

Κατά συνέπεια, η ακρίβεια των κανόνων, εδώ δεν φαίνεται να βοηθάει σε όλες τις περιπτώσεις. Η καθημερινότητα μας έδειξε ότι οι Πατέρες, δεν έδωσαν κανόνες οι οποίοι να τηρούνται με βάση το γράμμα, αλλά με βάση το πνεύμα. Διαφορετικά θα έπρεπε να καταργήσουμε τη φουστανέλα, αλλά και να ντυνόμαστε με ό,τι αποτελούσε ανδρικό ένδυμα την εποχή των κανόνων. Πολλά από εκείνα τα ρούχα όμως, δεν φοριούνται σήμερα.

Εδώ και πάρα πολλά χρόνια το παντελόνι αποτελεί ΚΑΙ γυναικείο ένδυμα, και μάλιστα με αυτό μπορεί να ενδυθεί μια γυναίκα ευπρεπέστερα από πολλές φούστες που είναι κοντές ή εφαρμοστές.

Επειδή το ζήτημα μοιάζει να αναφέρεται στην απουσία πρόκλησης μέσα στο ναό, τότε φαίνεται περισσότερο πνευματικό θέμα παρά θέμα συγκεκριμένου ρούχου. Σε μια τέτοια περίπτωση, ίσως θα μπορούσε να ντυθεί μια γυναίκα με παντελόνι, εφόσον αυτό δεν είναι στενό και στα επίμαχα σημεία πέφτει ένα σακάκι ή μια μακριά ζακέτα ώστε να μην τραβάει το βλέμμα. Αντίθετα, μια φούστα, θα μπορούσε να είναι μέχρι το γόνατο, εντούτοις, αν φαίνονται οι γάμπες μιας καλοσχηματισμένης γυναίκας, σε συνδυασμό με τα ψηλά παπούτσια, να είναι το αποτέλεσμα περισσότερο προκλητικό από το παντελόνι της προηγούμενης περίπτωσης.

Από την άλλη, αν ένας άνδρας μέσα στο ναό βάλει ένα μακρύ, ποδηλατικό παντελόνι, αυτό είναι τόσο εφαρμοστό, που αν και είναι ανδρικό ένδυμα εντούτοις είναι απαράδεκτο για τον Ναό.

Στις μέρες μας, η εμφάνιση του άνδρα με φούστα γυναικεία (όχι φουστανέλα εννοείται) είναι η μόνη περίπτωση που φαίνεται να εμπίπτει με ακρίβεια στους κανόνες. Σήμερα, ένας άνδρας με φούστα θα προκαλούσε τόσο πολύ που η ενέργειά του θα ήταν παντελώς απαράδεκτη για Ορθόδοξο.

Κατά τη γνώμη μου πάντως, σημαντικότερο είναι το εξής:

Είμαστε Ορθόδοξοι και τιμούμε τον Ιερέα μας και τους Μοναχούς μας. Αν αυτά που μας ζητούν δεν είναι αιρετικά και εκτός Ιεράς Παράδοσης, τότε, γιατί όχι, παραμερίζουμε το προσωπικό μας «θέλω» και λέμε «ας είναι ευλογημένο» αυτό που μας ζητάει και φοράμε αν είμαστε γυναίκες, φούστα. Χειρότερο απ’ όλα θα ήταν και εκτός ορθοδόξου πνεύματος να λογομαχούσαμε και να τσακωνόμασταν για κάτι τέτοιο. Δεν θα ήταν καθόλου περιττό, πιστεύω, τις Κυριακές, να γίνονται επισημάνσεις από τους Ιερείς μας στο ζήτημα της ενδυμασίας και των ανδρών κατά την παρουσία τους σε έναν πνευματικό χώρο. Στο Άγιο Όρος για παράδειγμα ο άνδρας δεν πηγαίνει με σορτσάκια ή αμάνικες μπλούζες κ.λπ. Είναι επιπλέον και δείγμα πολιτισμού να τιμούμε αυτόν που μας φιλοξενεί, βάζοντας για παράδειγμα το καλό μας ένδυμα για να πάμε στη γιορτή του παρά το γεγονός ότι στην καθημερινότητά μας ντυνόμαστε διαφορετικά. Αν θέλουμε, βάζουμε την καλή μας θέληση σε λειτουργία και σίγουρα θα βρούμε πολλά παραδείγματα χώρων όπου, αφήνωντας για λίγο τις προσωπικές μας συνήθειες, πηγαίνουμε ντυμένοι με συγκεκριμένους τρόπους που ο χώρος απαιτεί.

7. Enas Filos - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Να προσθέσω για κάθε περίπτωση μια διόρθωση.

Έγραψα:

«οι Πατέρες, δεν έδωσαν κανόνες οι οποίοι να τηρούνται με βάση το γράμμα, αλλά με βάση το πνεύμα»

Το διορθώνω σαφέστερα ως εξής:

«η Εκκλησία δεν έδωσε κανόνες οι οποίοι να τηρούνται μόνο με βάση το γράμμα, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να δίνουμε βάση και στο πνεύμα τους«

8. Cacofonix - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Να τονίσω το γεγονός ότι και στους άντρες που φορούν κοντά παντελόνια, το καλοκαίρι βέβαια, απαγορεύεται η είσοδος ακόμη και σε εκκλησίες.

Δεν είναι φεμινιστικό πρόβλημα! Άλλωστε μόνο ένας καταπιεσμένος θα μπορούσε να βρει προσκολλήματα.

Επίσης θα ήθελα να τονίσω το γεγονός ότι οι απαντήσεις των δήθεν «προχωρημένων» νέων είναι τελείως παρωχημένες και επιπέδου «επανάστασης» τριών τουλάχιστον δεκαετιών πίσω. Ας αναλάβει κάποιος δάσκαλος να τους επαναφέρει στα του παρόντος.

Κι άλλωστε το κείμενο θα έπρεπε, ειδωμένο από τη πλευρά της «νέας εποχής» να τονίζει το δικαίωμα στην πολυπολιτισμικότητα και στο σεβασμό της θέλησης των άλλων. Αλλά ποιος έχασε το σεβασμό και τη δημοκρατία, για να την βρουν οι δήθεν «προχώ»;

9. ΕΝΑΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΜΑ ΤΙ ΠΡΟΦΗΤΗΣ - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Πραγματική η έννοια της σεμνότητας είναι πολύ διαφορετική στον Χριστιανισμό και στο Ισλάμ. Η γυναίκα βέβαια παντού είναι πηγή πειρασμού, αφού οι άντρες έχουν τόσο ισχυρές ορμές. Αλλά το Ισλάμ όχι μόνο καλύπτει το πρόσωπο της γυναίκας όπως πολύ σωστά λες, αλλά έχει διάφορους κανόνες όπως να μιλάει σιγά, να μη βγαίνει από το σπίτι συχνά, κι όταν βγαίνει, να μην κυκλοφορεί χωρίς τη συνοδεία ενός άντρα που δεν μπορεί να παντρευτεί λόγω συγγένειας και άλλα τέτοια. Εκεί πρέπει να πάνε τα κοριτσάκια να δουν τι πάει να πει «φαλλοκρατία» και «κατωτερότητα της γυναίκας».

10. ΑΝΩΝΥΜΟΣ - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Θυμήθηκα μια συζήτηση με έναν μοναχό στο Άγιο Όρος. Μου είπε πως μπορούσε να πολεμηθεί κάποιος βλέποντας π.χ έναν νεαρό καλογυμνασμένο και ωραίο. Πολλές φορές μπορούσε να τους φέρει λογισμούς όχι φυσικά ομοφυλοφιλίας αλλά σκέψεις του στυλ «Αυτός χαίρεται τη ζωή του, το σώμα του, έχει κάποια γυναίκα που τον περιμένει και τον επιθυμεί, ενώ εμένα με περιμένουν αλάδωτες φακές και ο γέροντας με την υπακοή του.»

11. Γιώργος - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Ευχαριστώ Expaganus πολύ για την αφιέρωση. Πολύ χρήσιμα όλα αυτά και σωστά.
Δυστυχώς όμως, ξέρω πάρα πολλές περιπτώσεις γυναικών που αν μη τι άλλο αντιμετώπισαν μεγάλο πειρασμό πολλές φορές, εξαιτίας του παντελονιού. Ξέρεις τι είναι να αρχίζει να ‘σφίγγει λίγο τη βίδα ο Χριστός’ όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, η Χάρη να οδηγεί τα βήματα σου σε ένα εξομολογητήριο, να παλεύεις με χίλιους λογισμούς, αμφιβολίας, δυσπιστίας, κρυφής ελπίδας και προσμονής για λύτρωση, φόβου, αγωνίας και ξαφνικά…… να εισπράττεις ένα μεγαλόπρεπο «Τι ήρθες εσύ εδώ έτσι ντυμένη;» Και ας έχεις έρθει τρέχοντας από τη δουλειά για να προλάβεις να πάρεις σειρά, με ένα ταπεινό τζην και ας βλέπεις δίπλα σου την άλλη με προκλητική κοντή φούστα στην οποία δεν λένε τίποτα. Θα πρέπει να υπάρχει λίγη διάκριση. Στα σχολεία που διδάσκω το 99% των κοριτσιών έρχονται με παντελόνι. Έτσι μεγάλωσαν, το θεωρούν απόλυτα φυσιολογικό. Δεν τους περνάει καν από το μυαλό τίποτα από όλα τα παραπάνω. Θα έπρεπε λοιπόν, αν μη τι άλλο, να υπήρχε και κάποιο χαρτί ή ανακοίνωση που δεν θα απαγορεύει απλά το παντελόνι, αλλά που θα γράφει επίσης και τους λόγους για τους οποίους παρακαλείται η κοπέλα αλλά και ο νεαρός να συμμορφωθεί με κάποιον κώδικα ντυσίματος. Το αποφασίζομεν και διατάσσωμεν, δεν περνάει στη σημερινή γενιά.

expaganus - 5 Δεκεμβρίου, 2009

Αγαπητοί φίλοι ευχαριστώ όλους για τις πολύ χρήσιμες παρατηρήσεις σας. Και τα σημεία στα οποία βασίζονται οι περιορισμοί στην ενδυμασία χρειάζονταν, ευτυχώς όμως τα έφερε ο «Enas Filos».
@Cacofonix αυτό το φαινόμενο του να εκφραζόμαστε κατά της παράδοσής μας με επιχειρήματα που εκτός Ελλάδος είναι «μπαγιάτικα», είναι ευρέως διαδεδομένο. Είμαστε αντιδραστικοί και παράλληλα «πίσω» στην αντιδραστικότητά μας! Άλλη μια (νεο)ελληνική πρωτοτυπία!
@’ΕΝΑΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ…» Δεν έχεις άδικο. Όμως από δω το φέρνεις, από κει το φέρνεις, πάντα στο Ισλάμ καταλήγεις. Φαίνεται να έχεις πολλές γνώσεις αλλά και πολύ άχτι περί Ισλάμ!
@ Ανώνυμε, όντως ‘ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια». Μας πιάνει απ’ όπου βρει, ρίχνει διάφορα βέλη και ό,τι πιάσει.
@Γιώργο ναι… Το έχω δει κι εγώ αυτό… Φοβάμαι ότι γενικά τους ανθρώπους μας δέρνει μια έλλειψη διάκρισης, ακόμα κι αν (θεωρητικά τουλάχιστον) είμαστε μέσα στην Εκκλησία. Ο Θεός να βάλει το χέρι Του κι εμείς που μας απασχολεί το θέμα, ας κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε…

12. Charis - 6 Δεκεμβρίου, 2009

Λοιπόν… Να σας συστηθώ καταρχάς… Είμαι ένας απο τους μαθητές του κυρίου Γιαννίκη και πιο συγκερκιμένα αν προτιμάτε, ο μαθητής αυτός που έφερε το άρθρο του εξαίρετου μαθητικού περιοδικού στο σχολείο. Δεν πηγαίνω στην εκκλησία και όταν πηγαίνω, πάω με δυσαρέσκεια και αναγκαστικά λόγω του σχολείου, διότι θεωρώ οτι το πραγμαρτικό, αγνό νόημα της εκκλησίας έχει χαθεί, μέσα απο κάτι τέτοια dress code και μέσα απο κάθε αλήτη που φοράει ράσα και ρουφάει χρήμα απο τους αθώους «και καλά» εράνους και απο κάθε γιαγιά που δεν έχει κρίση στο τί πραγματικά υπάρχει μέσα σε αυτό το κτίριο… Αμφισβητώ σε παραπάνω απο ένα σημεία την ύπαρξη του θεού έτσι πως παρουσιάζεται σήμερα και τον τρόπο με τον οποίο κάποιοι απο τους πιστούς προσπαθούν να στρέψουν την νεολαία ενάντια σε ότι μέσα απο τη πιο ζωντανή και χαρούμενη φάση της ζωής της αγαπά (βλ. το video του Αντρέα «σατανισμός και rock»). Εν πάση περιπτώση, ας περάσουμε στα σχόλια για το δημοσιευμένο σε αυτό το site άρθρο… Θέλω καταρχάς να παρατηρήσω… Πως κάνετε σύγκριση και σχετίζεται την επίσκεψη στην εκκλησία με την επίσκεψη ενός ανθρώπου στο σπίτι ενός άλλου και λέτε τι ο καθένας πρέπει να σέβεται σε κάθε περίπτωση; Η εκκλησία, δεν έιναι το σπίτι κανενός παπά που έχει επάγγελμα να ρουφαέι χρήμα απο τον κάθε πιστό, είναι το σπίτι ενός θεού, το σπίτι ενός πλάσματος που είμαι σίγουρος οτι θα επίτρεπε την είσοδο σε κάποια γυναίκα ακόμα και με μαγιό, αν αυτή είχε την ανάγκη να επικαλεσθεί και αν επικοινωνήσει με το άγιο, με το θείο… Η εκκλησία είναι το σπίτι ενός πλάσματος που συγχωρούσε κάθε αμαρτωλό και δεν έβγαινε σε παράθυρα της τηλεόρασης, δεν άφηνε σημειώματα κάτω απο πόρτες και δεν έβγαζε λόγους που να απειλούν τον κόσμο οτι ο μόνος δρόμος μακριά απο το αυτό που σου προστάζει η εκκλησία είναι η κόλαση και η αιώνια δυστυχία… Έτσι λοιπόν, στο σπίτι του Θεού δεν έχει δικαίωμα κανένας παπάς να απογορέψει την είσοδο σε κάποια κοπέλα χωρίς παντελόνι. Γιατί πρέπει η γυναίκα να έρχεται με παντελόνι και όχι π.χ. ο άντρας αναγκαστικά με σακάκι; Και το σακάκι υποδυκνύει το ανδρικό φύλο… ‘Η ακόμα καλύτερα… Γιατί να μην πηγαίνουν οι άντρες και οι γυναίκες χωρίς ρούχα, ωστε να δείχνουν εντελώς ξεκάθαρα το φύλο τους, εφόσον αυτό το θέμα; Ειλικρινά, κατα τη διάρκεια που ο Θεός ήρθε προσωποποιημένος στη Γή (ας πούμε οτι ήρθε), προσέταξε ποτέ σε γυναίκα να πηγαίνει με παντελόνι στο σπίτι του; Θέσπισε ποτέ τέτοιο νόμο; Δηλαδή το ανθρώπινο ον είναι τόσο ηλίθιο που περιμένει απο μια φούστα να πεί τη γυναίκα «γυναίκα»; Γιατί να γίνεται όλο αυτό εις βάρος του γυναικίου φύλου; Αυτό δεν είναι φυλετικός ρατσισμός; Λοιπόν ναι, είναι. Σε μεγάλο βαθμό μάλιστα… Και όσο για τον παιδί που έγραφε για τις καύλες που έβλεπε στο δρόμο, δεν είναι παρα το πιο φυσικό πράγμα στη σκέψη ενός εφήβου… Αν δεν κάνει τέτοιες σκέψεις ο έφηβος πάει ενάντια στη φύση του, που σε αυτή την ηλικία τον καλεί να ανακαλύψει το κόσμο, ένα μέρος του οποίου είναι και ο έρωτας… Η εκκλησία και οι άνθρωποι της, ότι και αν πραγματικά κρύβεται πίσω απο τα μαύρα ράσα τους, διάλεξαν το λάθος δρόμο να οδηγήσουν τα παιδιά στην γελοία τους ιδεολογία…

Υ.Γ: Είναι πραγματικά εξαιρετικά σπάνιες οι περιτπώσεις παπάδων που είναι σωστοί σαν άνθρωποι… Και αυτοί είναι όσοι πιστεύουν… Όχι στο θεό που παρουσιάζεται απο την εκκλησία, στο δικό τους Θεό… Για έναν ροκά, ο θεός είναι το άκουσμα της κάθε νότας… Για έναν ραλίστα, ο θεός είναι το γκάζι και η ταχύτητα… Για έναν ηθοποιό, ο θεός είναι η κίνηση και η έκφραση μέσα απο αυτήν… Για έναν επαναστάτη ο θεός είναι η κόκκινη σημαία και η διαδήλωση… Για το μωρό ο θεός είναι η μαμά… Αυτός ο άνθρωπος είναι ο σωστός, αυτός που έχει για θεό ότι ο ίδιος αγαπά και αισθάνεται οτι τον εκφράζει…!

13. Enas filos - 6 Δεκεμβρίου, 2009

Κάθε τι που χάνει το νόημά του σίγουρα είναι στενάχωρο. Και προφανώς Χάρη, πράγματα που έχουν χάσει το νόημά τους υπάρχουν παντού:

Χαμένο νόημα αποτελεί π.χ. οι συνάνθρωποι, τα κορίτσια, οι συμμαθήτριες, να ονομάζονται αγεληδών «καύλες», προσδιορίζοντας ως «φυσικό» όπως λες και συ, το να απομονώνουμε με έναν χαρακτηρισμό μας, από ένα τόσο σπουδαίο Ον όπως ο άνθρωπος, ΜΟΝΟ μια «χρήσιμη» πλευρά του. Προσωπικά δεν το θεωρούσα ποτέ φυσικό αυτό.

Χαμένο νόημα αποτελεί το άκουσμα κάθε νότας, όταν η μουσική δημιουργία μετατρέπεται σε εργοστάσιο πώλήσεων, εγωκεντρισμό από διασημότητα, σε ειδικό μάνατζμεντ που προβλέπει συμπεριφορές, τρόπο ντυσίματος, οδηγώντας το ροκά σε έναν κατα παραγγελία αγριωπό, μπλαζέ, αυτοκαταστροφικό τύπο, ή τον λαϊκό τραγουδιστή σε έναν μουσικό συνταγής με λαμέ ύφος και κοστούμι. Παρά τα προβλήματα όμως στον χώρο, δεν λες όχι στη μουσική, ούτε κι εγώ φυσικά.

Χαμένο νόημα είναι όταν από το «ηθοποιός σημαίνει φως» πάμε στην πρόσληψη της όμορφης και ψευτο-διάσημης «σέξι» κοπέλας, για να κόψουμε εισιτήρια, ή καταφεύγουμε σε συνταγές που δεν μας εκφράζουν για να φάμε ψωμί, ή σε σαπουνόπερες των 5.000 ανούσιων επεισοδίων. Παρά τα προβλήματα όμως στον χώρο, δεν λες όχι στη τέχνη, ούτε κι εγώ φυσικά.

Χαμένο νόημα είναι όταν ο επαναστάτης πίσω από την κουκούλα πολλές φορές κρύβει απλά έναν φτωχό ταλαίπωρο ταξιδευτή ή έναν ουσιοεξαρτημένο που αδιαφορεί παντελώς για την «επανάσταση» και πάει απλά για να κλέψει και να πουλήσει τα κλοπιμαία. Χαμένο νόημα είναι επίσης όταν ένα παιδί που έχει μαζί του τόσα χρήματα, όσα βγάζω εγώ σε ένα χρόνο, επειδή δεν έχει τι άλλο να κάνει, να πηγαίνει σε μια «επαναστατική» εκδήλωση με την ιδεολογία των extreme sports. Επίσης φριχτό είναι να ξέρουμε ότι οι άνθρωποι που γέννησαν τις κόκκινες σημαίες, Στάλιν, Μάο και πολλοί άλλοι, μέσα στην επανάστασή τους αποκεφάλισαν εκατομμύρια αθώων μόνο και μόνο επειδή τους χάλαγαν την συνταγή, όπως ακριβώς έκανε και ο άθλιος Χίτλερ. Παρά τα προβλήματα όμως στον χώρο, δεν λες όχι στην επανάσταση, ούτε κι εγώ φυσικά.

Χαμένο νόημα είναι η μητέρα-«θεός» που πουλάει το παιδί της, ή το δίνει για λίγα χρήματα προκειμένου να περάσει κάποιες ώρες ένας σκοτεινός τύπος παιδεύοντας το σώμα τoυ παιδιού. Παρά τα προβλήματα όμως, δεν λες όχι στην αγνή μητρική αγάπη, ούτε κι εγώ φυσικά.

Έτσι λοιπόν, παρά τα προβλήματα που υπάρχουν παντού, συμφωνούμε ότι τίποτα δεν αξίζει να πετάξουμε για χάρη του χαμένου νοήματος ή της αναξιότητας των ανθρώπων. Ίσα-ίσα, αξίζει να παλεύουμε για το καλύτερο ώστε τα χαμένα νοήματα να πάψουν να είναι χαμένα.

14. SkyWatcher - 7 Δεκεμβρίου, 2009

Καταπληκτικό το κείμενο φίλε expaganus. Και τα σχόλια επίσης! Ιδιαίτερα του «ενός φίλου». Τους χαιρετισμούς μου.

15. Θ.Ρ. - 7 Δεκεμβρίου, 2009

Επιτρέψτε μου ένα μικρό σχόλιο, παρακαλώ.
Είμαι επίσης θεολόγος, όπως ο Γιώργος, ζω την εφηβεία και καταλαβαίνω πόσο αγνή είναι η αναζήτηση του Θεού απ’ αυτήν, είτε στη μουσική είτε στην επανάσταση, τον ανρθωπισμό, την αγάπη κ.τ.λ. Άλλωστε κι εμείς ως έφηβοι τα ίδια κάναμε (υπόψιν αυτό, αδελφέ μου Charis, όταν θα κάνεις παρατηρήσεις στα παιδιά σου, μετά από χρόνια).
Διευκρινίζω ότι η όλη ιστορία δεν αφορά τη μετάβαση σε «εκκλησία» αλλά σε μοναστήρια. Η εκκλησία δεν είναι σπίτι κανενός παπά, αλλά οι μονές είναι τα σπίτια των μοναχών (άλλωστε, μονή = κατοικία, εκεί όπου κάποιος «μένει»). Για πιο λόγο θέλει κάποιος να επισκεφτεί μια μονή; Για τουρισμό; Για πλάκα; Για τις ανάγκες μιας επιπόλαιης και εξωτερικής ευσέβειας, χωρίς επίγνωση και χωρίς βάθος; Αν ναι, τότε ας φορέσει ό,τι θέλει κι ας μείνει στο σπιτάκι του…
Αν θέλει να πάει στο μοναστήρι γιατί το έχει ΑΝΑΓΚΗ, και πει «Παρακαλώ, να μπω έτσι, εδώ και τώρα, ακόμη και με το βρακί μου (που λέει ο λόγος), γιατί αλλιώς νίωθω πως χάνεται η αιώνια ζωή μου», μόνο ένας τρελός μοναχός θα του αρνιόταν την είσοδο. Είδες όμως κανέναν τέτοιο επισκέπτη;
Ομοίως, θεωρώ πως οι παπάδες που «ρουφάνε χρήμα από τοςυ πιστούς» είναι ένας αστικός μύθος. Ξέρεις πολλούς τέτοιους παπάδες, αδελφέ μου; Εγώ όχι. Αντίθετα, ξέρω πολλούς παπάδες που προσφέρουν τα πάντα στον κόσμο, που δαπανούν την καθημερινότητά τους για τον κοσμο, πολλούς κι όχι «λίγους» όπως νομίζεις. Πόσο καλά γνωρίζεις τον παπα της ενορίας σου, ώστε να κρίνεις ότι δεν συμπεριφέρεται ανθρώπινα, αλλά «ρουφάει χρήμα» από τον κοσμάκη;
Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό. Είναι το αν υπάρχει Θεός ή όχι. Και γι’ αυτό, μπορεί κάποιος να πει πολλά, αλλά επίτρεψέ μου, προς το παρόν τουλάχιστον, δύο δεσμούς στο διαδίκτυο: http://vardavas.blogspot.com/2009/09/blog-post_3950.html και http://vardavas.blogspot.com/2009/09/1.html.
Α, και ένα τελευταίο: πολλοί επιστήμονες και γιατροί «τα παίρνουν» και πολλοί «ρουφάνε χρήμα» από τον κοσμάκη – και εδώ και στον τρίτο κόσμο μέσω των πολυεθνικών, τις οποίες υπηρετούν. Κι όμως δεν απορρίπτουμε την επιστήμη.
Δες τη χριστιανική αντίληψη του πράγματος εδώ: http://www.oodegr.com/neopaganismos/sykofanties/eksousia2.htm.
Και κλείνω, με μια αφιέρωση από Active Member: http://vardavas.blogspot.com/search/label/Active%20Member.
Με αγάπη και αδελφική (όχι δασκαλίστικη) νοοτροπία. Ευχαριστώ.

expaganus - 9 Δεκεμβρίου, 2009

@Φίλοι ‘Enas Filos» και Θ.Ρ., ευχαριστώ πολύ για τη συμβολή σας. Φίλε Skywatcher χαίρομαι που βρήκες σ’ αυτό το άρθρο πράγματα που σου αρέσουν. Να περνάς να τα λέμε!

@Αγαπητέ Χάρη, καλώς ήρθες. Χάρηκα που διάβασα το σχόλιό σου, καθώς μου θύμισε την εφηβική μου ηλικία. Τότε η εκκλησία κι αυτοί που θεωρούσα εκπροσώπους της, ιερείς, επίτροποι, νεωκόροι, γιαγιάδες με κότσο και λουλάκι στο μαλλί κ.α., ήταν για μένα πηγή διαρκούς αγανάκτησης. Τίποτα απ’ όσα έκαναν κι έλεγαν δεν μου άρεσε, ούτε μου φαινόταν σωστό. Και ασφαλώς, είχα τους λόγους μου και δεν έφταιγα μόνο εγώ γι’ αυτό, αφού όπως λέει και η παροιμία της Ανατολής «χρειάζονται δυο χέρια να χτυπήσουν παλαμάκια».

Ήθελα λοιπόν από την αρχή να σου απαντήσω, δεν προλάβαινα όμως. Συγχώρεσέ με για την αργοπορία, κι επέτρεψέ μου να σου απαντήσω έστω και καθυστερημένα.
Αρχίζεις λέγοντας «Δεν πηγαίνω στην εκκλησία και όταν πηγαίνω, πάω με δυσαρέσκεια και αναγκαστικά λόγω του σχολείου, διότι θεωρώ οτι το πραγμαρτικό, αγνό νόημα της εκκλησίας έχει χαθεί, μέσα απο κάτι τέτοια dress code και μέσα απο κάθε αλήτη που φοράει ράσα και ρουφάει χρήμα απο τους αθώους «και καλά» εράνους και απο κάθε γιαγιά που δεν έχει κρίση στο τί πραγματικά υπάρχει μέσα σε αυτό το κτίριο…’» Όπως καταλαβαίνω λοιπόν μιλάς για τον εκκλησιασμό, όχι για την επίσκεψη σε μοναστήρι στην οποία αναφερόταν το ποστ μου. Η εκκλησία μπορεί να μην είναι κυριολεκικά, σπίτι όπου κάποιοι κατοικούν. Το μοναστήρι όμως ΕΙΝΑΙ. Είναι ο τόπος που οι μοναχοί και οι μοναχές δεν περνούν απλά κάποιες ώρες της ημέρας, αλλά την περισσότερη ζωή τους. Είναι το καταφύγιό τους, όπως θα έπρεπε – από άποψη τόπου – να είναι καταφύγιο, και στην καλύτερη περίπτωση είναι, το σπίτι του κάθε ανθρώπου γι’ αυτόν. Και μέσα στο σπίτι του ΑΛΛΟΥ δεν έχουμε δικαίωμα να κάουμε πράγματα που εκείνος δεν θέλει και δεν εγκρίνει. Για παράδειγμα, δεν καπνίζουμε αν ο καπνός τον ενοχλεί, δεν πέφτουμε για ύπνο αν αυτός δεν μας δώσει την άδεια.
Αν ξαναδιαβάσεις το ποστ έχοντας στο νου σου ότι αναφέρεται σε πραγματικές κατοικίες ανθρώπων, νομίζω θα το καταλάβεις καλύτερα.

Όμως κι ο εκκλησιασμός που θίγεις είναι σοβαρό θέμα. Το «πραγματικό, αγνό του νόημα» είναι η συνάντηση των χριστιανών για προσευχή και λατρεία του Θεού. Έχεις δίκιο ότι δεν είναι σπίτι που μένει κάποιος άνθρωπος, ούτε ασφαλώς ο Θεός έχει ανάγκη από έναν τόπο κατοικίας, που θα του φτιάξουμε εμείς, για να μένει μέσα. Αυτός ο «οίκος προσευχής» υπάρχει για να τον χρησιμοποιούν οι πιστοί. Όπως μέσα στο σπίτι μας έχουμε ένα μέρος για να μαγειρεύουμε, ένα για να κοιμόμαστε, ένα για να μελετάμε, ένα για να δεχόμαστε κόσμο, έτσι και ως κοινότητα οι χριστιανοί έχουμε όλοι μαζί έναν τόπο, όπου συναντιόμαστε και προσευχόμαστε, και λατρεύουμε τον Θεό. Σ’ αυτό το μέρος, ένας από μας που είναι ταγμένος σ’ αυτό το ρόλο, τελεί τη Θεία Λειτουργία και τις διάφορες ακολουθίες: τις βαπτίσεις με τις οποίες μπαίνουν νέα μέλη στην κοινότητά μας, τους γάμους με τους οποίους κάποια μέλη μας ζητούν την ευλογία του Θεού για να ζήσουν ως ζευγάρια, τις κηδείες όπου ξεπροβοδίζουμε τα μέλη μας που πέρασαν στην άλλη ζωή, τα μνημόσυνα όπου παρακαλάμε τον Θεό να τα αναπαύει κ.ο.κ. Σίγουρα ο χώρος δεν ανήκει στον ιερέα, αλλά σε όλη την κοινότητα, και ο ρόλος του ιερέα είναι να υπηρετεί τον Θεό και το λαό Του.
Το νόημα που έχει ο εκκλησιασμός στο χώρο αυτό δεν μπορεί να χαθεί αντικειμενικά. Δηλαδή, όσο υπάρχει ο χώρος κι όσο τελείται μέσα εκεί η Θεία Λειτουργία, το να πηγαίνει κανείς εκεί του δίνει τη δυνατότητα να προσευχηθεί και να λατρέψει τον Θεό. Το νόημα του εκκλησιασμού μπορεί να χαθεί μόνο σε συνάρτηση μ’ αυτόν που εκκλησιάζεται: δηλαδή, μπορεί εκεί, αντί να συγκεντρώνει την προσοχή του στην προσευχή και τη λατρεία του Θεού, να προσέχει ποιος μπαίνει, ποιος βγαίνει, που κάθεται, τι φοράει, αν φαίνεται ωραίος ή άσχημος, φτωχός ή πλούσιος κ.ο.κ. Για έναν τετοιο άνθρωπο ο εκκλησιασμός έχει σίγουρα χάσει το νόημά του. Ακόμα και για έναν ιερέα, που βλέπει την τέλεση της Θείας Λειτουργίας ως επαγγελματικό καθήκον που πρέπει να φέρει σε πέρας, το νόημα της Λειτουργίας και του εκκλησιασμού έχει χαθεί. Κι έχει χαθεί όχι επειδή δεν υπάρχει, αλλά επειδή εκείνος δεν μπορεί να το συλλάβει. Αυτό δεν εμποδίζει εμένα ή εσένα ή τον οποιονδήποτε να μπαίνουμε κανονικά στον ίδιο ναό, να εκκλησιαζόμαστε μαζί με τους ανθρώπους που έχουν «χάσει το νόημα», κι όμως εμείς να καταφέρνουμε και να προσευχηθούμε, και τον Θεό να λατρέψουμε, και στην Κοινωνία μαζί Του να συμμετάσχουμε. Αν άλλοι περνούν και δεν ακουμπούν, δεν φταίει ο Θεός γι’ αυτό, ούτε ο εκκλησιασμός. Φταίνε αυτοί που έχουν στο μυαλό τους άλλα, που τα βάζουν σε πρώτη μοίρα από τον εκκλησιασμό. Από τη στιγμή που δεν έχει αλλοιωθεί το κείμενο της Θείας Λειτουργίας, όποιος προσέχει αυτό και όχι αυτούς που δεν το προσέχουν, πιάνει το νόημα και πραγματοποιεί το σκοπό του.
Πάντως, είναι αλήθεια ότι μερικές φορές χρειάζεται κανείς τεράστια προσοχή για να μην «ξενερώνει» όταν ακούει έναν παπά να τρώει τα μισά λόγια των ευχών στη βιασύνη του να ξεμπερδεύει, ή να τα απαγγέλλει με στόμφο λες και παίζει τραγωδία στην Επίδαυρο, ή να ακούει έναν ψάλτη που κάνει φιγούρα σαν να βρίσκεται στην πίστα νυχτερινού κέντρου, ή όταν «του τη λέει» με αυστηρότητα μια νεωκόρα ή ένας νεωκόρος επειδή π.χ. χωρίς να έχει κακή πρόθεση, στέκεται σε μέρος που εμποδίζει τους άλλους να περάσουν ή να προσκυνήσουν μια εικόνα. Έχω πέσει σε τέτοιες περιπτώσεις, που διασπούν την προσοχή και προκαλούν ενόχληση, κάνοντας δύσκολο το να προσευχηθεί κανείς. Γι’ αυτό και είναι καλό, αν στην ενορία μας επικρατεί μια τέτοια κοσμική κατάσταση, να βρούμε έναν άλλο ναό όπου η λειτουργία γίνεται με κατάνυξη, για να μπορέσουμε κι εμείς να συμμετέχουμε καλύτερα.

Λες: «Ειλικρινά, κατά τη διάρκεια που ο Θεός ήρθε προσωποποιημένος στη Γή (ας πούμε οτι ήρθε), προσέταξε ποτέ σε γυναίκα να πηγαίνει με παντελόνι στο σπίτι του; Θέσπισε ποτέ τέτοιο νόμο;»

Δεν χρειάστηκε να κάνει ο Θεάνθρωπος κάτι τέτοιο, γιαί ο νόμος αυτός για τον διαχωρισμό των φύλων βάσει της ενδυμασίας, που είχε ήδη θεσπιστεί πριν την ενανθρώπηση του Λόγου και για τον οποίο λεπτομέρειες θα δεις στο πρώτο ποστ του ”Enas filos” δεν παραβιαζόταν από κανέναν. Αν παραβιαζόταν, όπως παραβιάζονταν άλλα πράγματα π.χ. η μονογαμία, με τα διαζύγια τις πολυγαμίες κι άλλες συνήθειες της εποχής, τότε ο Χριστός θα μιλούσε. Τις τελευταίες δεκαετίες είναι που αυτά τα πράγματα με την ενδυμασία κατά την προσέλευση στο ναό παρεξηγούνται. Τότε δεν συζητιούνταν καν.

Ρωτάς: «Δηλαδή το ανθρώπινο ον είναι τόσο ηλίθιο που περιμένει απο μια φούστα να πεί τη γυναίκα «γυναίκα»;»

Το θέμα δεν είναι αν περιμένει ο Χ ή ο Ψ να πει τη γυναίκα, γυναίκα λόγω της φούστας της. Το θέμα είναι ΓΙΑΤΙ η γυναίκα αντιδρά με τέτοια επιμονή στη φούστα, και απαιτεί να τη δεχτούν στην εκκλησία οπωσδήποτε με παντελόνι. Στην πραγματικότητα, δεν είναι καθόλου δύσκολο όταν η επίσκεψη μιας γυναίκας στην εκκλησία είναι προγραμματισμένη, να έχει φορέσει μια φούστα ή ένα φόρεμα. Φούστες και φορέματα υπάρχουν σε κάθε κατάστημα, σε όλες τις τιμές και τα σχέδια και τα χρώματα, για όλων των ειδών τα γούστα και τα σώματα και για όλα τα βαλάντια. Ακόμα κι αν δούμε το θέμα καθαρά με κριτήρια φιλαρέσκειας-κοκεταρίας, κάθε γυναίκα μπορεί να βρει ένα σχέδιο που να «κολακεύει» το σώμα της χωρίς να προκαλεί. Γιατί λοιπόν η γυναίκα να μην φορέσει με τίποτα φούστα ή φόρεμα; Οι φούστες ούτε δαγκώνουν, ούτε κάνουν άλλο κακό στο πρόσωπο που τις φοράει. Ένα απλό ρούχο είναι και τίποτ’ άλλο, ένα ρούχο που στη δική μας κουλτούρα όπως είμαστε σήμερα, μπορεί να φορεθεί ΜΟΝΟ από γυναίκες.

Ρωτάς: «Γιατί να γίνεται όλο αυτό εις βάρος του γυναικίου φύλου; Αυτό δεν είναι φυλετικός ρατσισμός; Λοιπόν ναι, είναι. Σε μεγάλο βαθμό μάλιστα…» Όμως αυτό θα ίσχυε μόνο αν ο περιορισμός στην ενδυμασία απευθυνόταν μόνο στη γυναίκα. Αν δηλαδή έλεγε, «εσύ γυναίκα για να μπεις στην εκκλησία ή στο μοναστήρι, πρέπει να βάλεις οπωσδήποτε φούστα, ενώ εσύ άντρα μπορείς να έρθεις και με παντελόνι, και με φούστα, ό,τι προτιμάς». Οπότε φίλε μου ή θα πρέπει να παραδεχτείς ότι ο συλλογισμός σου εδώ είναι λάθος, ή θα πρέπει ν’ αρχίσεις να στηρίζεις το δικαίωμα του άντρα να μπαίνει στην εκκλησία με φούστα. Νομίζεις ότι δεν υπάρχουν μερικοί άντρες, που πολύ θα το ήθελαν να γυρίζουν με φούστα όχι μόνο στην εκκλησία αλλά και παντού, κι αισθάνονται καταπιεσμένοι που δεν μπορούν να το κάνουν χωρίς να φάνε γιούχα; Βλέποντας μάλιστα ότι οι γυναίκες φορούν και τα δυο είδη ρούχων, και μ’ ένα απλό κολπάκι, το να φοράνε μια μακριά ζακέτα σαν φουστάνι πάνω από το παντελόνι, καταφέρνουν να μπαίνουν και σε ναούς και μοναστήρια όπου το παντελόνι απαγορεύεται; Ενώ αυτοί, και ζακέτα να βάλουν πάνω από τη φούστα τους, ή παντελόνι από κάτω, δεν θα γλιτώσουν τα ειρωνικά βλέματα και τα σχόλια (μην πω, το γιαούρτωμα και το ξύλο από κάποιους που ψάχνουν θύματα) και δεν θα μπουν ούτε σε εκκλησία, ούτε σε μοναστήρι; Δεν είναι αυτό κοινωνικός ρατσισμός σε βάρος των αντρών;

Γράφεις: «Και όσο για τον παιδί που έγραφε για τις καύλες που έβλεπε στο δρόμο, δεν είναι παρα το πιο φυσικό πράγμα στη σκέψη ενός εφήβου…» Μα δεν ισχυρίστηκα εγώ ότι δεν είναι φυσικό. Μόνο που είναι φυσικό όχι μόνο για τον έφηβο, αλλά για τον κάθε άντρα, έστω και σε μικρότερη έκταση (κι αυτό όχι για όλους, πίστεψέ με, μια και υπάρχουν και άντρες τριάντα και σαράντα και πενήντα χρόνων με πολύ έντονες ορμές). Και ακριβώς επειδή ΕΙΝΑΙ φυσικό, δηλ. επειδή ο άνθρωπος και ακόμα περισσότερο ο αρσενικός άνθρωπος, τείνει να νιώθει επιθυμία προς το αντίθετο φύλο, σε βαθμό που αποσπάται η προσοχή του όταν βλέπει έναν εκπρόσωπο του άλλου φύλου με τονισμένα τα χαρακτηριστικά του φύλου του, ακριβώς επειδή ΕΙΝΑΙ ΦΥΣΙΚΟ δεν θέλουμε να ρίχνουμε λάδι στη φωτιά της φύσης. Αν το φυσικό ήταν οι άνθρωποι να είναι τελείως απαθείς βλέποντας τα κάλλη των άλλων ανθρώπων, τότε θα καλύπταμε τα σώματα μας μόνο για να αποφύγουμε τις αντίξοες καιρικές συνθήκες. Όμως το φυσικό είναι να υπάρχει ερεθισμός, σκέψεις ερωτικού περιεχομένου και τάση προς εκτόνωση της ορμής, με απλά λόγια τάση προς σεξ ή αυνανισμό. Είναι σωστό μια γυναίκα, ή ένας άντρας, να κυκλοφορεί προσπαθώντας να επιφέρει σε άλλους τέτοια αποτελέσματα; Όταν μάλιστα μιλάμε για μοναχούς και μοναχές, που έχουν αποφασίσει να μην έρθουν ΠΟΤΕ σε ερωτική επαφή με το άλλο φύλο ούτε και να αυνανίζονται; Για σκέψου πώς θα αισθανόσουν αν ήσουν υποχρεωμένος να βλέπεις διάφορες κοπέλες που σε έλκυαν, να περνάνε από μπροστά σου με ρούχα προκλητικά κι εσύ να ερεθίζεσαι αλλά να μην σου επιτρέπεται ούτε το σεξ μαζί τους, ούτε καν το φλερτ, ούτε καν το να αυνανιστείς για να «ξεθυμάνεις» προσωρινά! Και το χειρότερο, να ξέρεις ότι όλα αυτά δεν είναι προσωρινά, αλλά ότι δεν θα τα κάνεις ΠΟΤΕ, ούτε και θα έχεις στο μέλλον μια κοπέλα για σύντροφό σου για να «ανακαλύψετε τον κόσμο, ένα μέρος του οποίου είναι και ο έρωτας»; Θα σου άρεσε; Δε νομίζω… Τι να πει λοιπόν κι ο καλόγερος ο καημένος, ο οποίος παλεύει από δική του επιλογή να «πάει ενάντια στη φύση του» και με κάτι τέτοια οι δυσκολίες του πολλαπλασιάζονται; Και με ποιο δικαίωμα, αυτόν τον άνθρωπο που προσπαθεί τόσο σκληρά να βλέπει τις γυναίκες ως ανθρώπους, να τον εξωθήσουμε ντε και καλά να τις δει ως «καύλες»;

Θα μου πεις ότι μέσα στην κάθε εκκλησία δεν ζουν καλόγεροι. Πράγματι, εκεί πάνε άνθρωποι που ζουν στον κόσμο και συχνά είναι και παντρεμένοι, οπότε, θεωρητικά τουλάχιστον, έχουν εξασφαλισμένο το σεξ, άρα λογικά έχουν και λιγότερους πειρασμούς από τους μοναχούς. Όμως στην πραγματικότητα, και ο κάθε άνθρωπος που δεν είναι καλόγερος, έχει κι αυτός ορμές και πειρασμούς, σκέψεις διάφορες που τον ενοχλούν χωρίς εμείς να το ξέρουμε. Όταν έρχεται εκεί να προσευχηθεί – αν είναι πραγματικός αγωνιστής και δεν πάει από συνήθεια ή για κουτσομπολιό, ή επειδή δεν έχει κάτι άλλο να κάνει κτλ. – πολλές φορές προσπαθεί να απαλλαγεί από τους πειρασμούς αυτούς. Μπορεί να είδε στην τηλεόραση ή σε αφίσες στο δρόμο μια καλλονή, και να είναι ανύπαντρος ή να τη συγκρίνει μέσα του με τη δική του γυναίκα, που έχει πάρει είκοσι κιλά από τότε που παντρεύτηκαν. Κι εκεί που προσπαθεί ο καημένος να βρει στήριγμα για να παραμείνει πιστός στη γυναίκα του, εμφανίζεται μπροστά του ένα γυναικείο σώμα μέσα σε στενό τζην παντελόνι (ή αν προτιμάς, σε μια προκλητική φούστα), κάτι που του αποσπά την προσοχή από την προσευχή και του δημιουργεί τέτοιες σκέψεις ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΕΚΕΙ, όπου κατέφυγε για να τις καταπολεμήσει. Οπότε ο άνθρωπός μας, αντί να νιώσει λίγο πιο άνετα εκεί μέσα και να ανυψωθεί ο νους του σε κάτι πιο πνευματικό, κολάζεται κι από πάνω. Επιθυμεί το σώμα που βλέπει μπροστά του, οικτίρει την τύχη του που είναι ανύπαντρος και μόνος ή ανυπομονεί να τελειώσει η ακολουθία για να ξεμοναχιάσει τη γυναίκα του.
Για να το πάμε τώρα και πιο μακριά το πράγμα: Ο τύπος είναι παντρεμένος, κι εκεί γύρω είναι και η γυναίκα του. Βλέπει το μάτι του άντρα της να παίζει, έστω και στιγμιαία. Κι αρχίζει να σκέφτεται ότι πάχυνε, ότι πρέπει να αδυνατίσει για να του αρέσει, σε περίπτωση που προσπάθησε ν’ αδυνατίσει και δεν τα κατάφερε έχει ενοχές και σκέφτεται ότι αυτή φταίει που ο άντρας της ξενοκοιτάζει, φοβάται μην τον χάσει, ζηλεύει την κοπέλα που απέσπασε την προσοχή του άντρα της και φτάνει να εύχεται να μην πατούσε στο ναό μ’ αυτό το παντελόνι. Σχεδόν εύχεται να βρεθεί κάποιος να της κάνει παρατήρηση! Κι όμως, ήρθε στο ναό για να προσευχηθεί, όχι για να κάνει τέτοιες σκέψεις.
Μπορεί ακόμα να βρίσκεται εκεί στις θέσεις των γυναικών μια άλλη κοπέλα, όχι και τόσο καλοφτιαγμένη, παντρεμένη ή ανύπαντρη. Ή μια γυναίκα, που έχει μια κόρη λίγο «ασχημούλα» κι αγωνιά για το αν θα βρει έναν καλό σύντροφο. Ήρθε για να προσευχηθεί… Όμως τελικά αντί ο νους της να υψώνεται πάνω από όλα τα υλικά πράγματα και να ευχαριστεί τον Θεό γι’ αυτά που έχει, το μάτι της πέφτει στην καλοφτιαγμένη πιο μπροστά, που το παντελόνι ή η φουστίτσα αναδεικνύει τις χάρες της. Και αρχίζει να σκέφτεται γιατί η άλλη να έχει τέτοιο σώμα και η ίδια ή η κόρη της όχι, γιατί η άλλη να έχει να διαλέξει από μια μεγάλη ποικιλία υποψήφιων συντρόφων ενώ η ίδια ή η κόρη της όχι, και τα συναφή. Νομίζεις ότι τέτοια περιστατικά δεν γίνονται καθημερινά; Σε πληροφορώ ότι έχω δει κι έχω ακούσει πολλά! Κι όπως είναι λογικό, στον οίκο προσευχής και λατρείας να φροντίζουμε να υπάρχει επαρκής θέρμανση το χειμώνα, και δροσιά το καλοκαίρι, ώστε οι πιστοί να μην δυσκολεύονται να προσευχηθούν επειδή τουρτουρίζουν ή σκάνε απ’ τη ζέστη, έτσι είναι λογικό να φροντίζουμε να μην υπάρχουν τέτοιοι περισπασμοί. Γι’ αυτό και έξω από τους ναούς βλέπουμε συχνά ταμπελίτσες που λένε να μπαίνουμε μέσα «με σεμνή περιβολή».
Και για να το προχωρήσω λίγο, στη σεμνή περιβολή περιλαμβάνεται κανονικά και η αποφυγή της επίδειξης. Ειδικά με τις οικονομικές δυσκολίες που υπάρχουν στην εποχή μας, δεν είναι ωραίο ένας που χρωστάει λεφτά να βλέπει μπροστά του γυναίκες όλο ακριβά κοσμήματα, και άντρες με χοντρές χρυσές καδένες και τεράστιους σταυρούς. Αν ήμασταν άγιοι τίποτα από αυτά δεν θα μας σκανδάλιζε. Δεν είμαστε όμως. Γι’ αυτό και διάφοροι άγιοι γέροντες της εποχής μας, παρότι οι ίδιοι δέχονταν εκείνους που πήγαιναν να τους βρούν σε όποια κατάσταση κι αν πήγαιναν, τους συνιστούσαν – όταν έβλεπαν ότι ήταν σε θέση να το καταλάβουν – να είναι πιο μαζεμένοι όταν πηγαίνουν σε κάποιο ναό ή μοναστήρι. Μάλιστα αν θυμάμαι καλά, νομίζω ότι ο γέροντας Παΐσιος είχε ζητήσει από κάποιον να πουλήσει τη χρυσή καδένα του και να δώσει τα λεφτά ελεημοσύνη, και να μην κυκλοφορεί μ’ αυτήν και σκανδαλίζει τον κόσμο. Τελικά Χάρη, εμείς οι άνθρωποι με την εμφάνιση και τη συμπεριφορά μας επηρεάζουμε τους συνανθρώπους μας, αφού είμαστε όλοι συνδεδεμένοι μεταξύ μας, γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή είτε είμαστε μέσα στην εκκλησία, είτε απ’ έξω.

Τέλος Χάρη μου έκανε εντύπωση το κλείσιμο του σχολίου σου: «Για έναν ροκά, ο θεός είναι το άκουσμα της κάθε νότας… Για έναν ραλίστα, ο θεός είναι το γκάζι και η ταχύτητα… Για έναν ηθοποιό, ο θεός είναι η κίνηση και η έκφραση μέσα απο αυτήν… Για έναν επαναστάτη ο θεός είναι η κόκκινη σημαία και η διαδήλωση… Για το μωρό ο θεός είναι η μαμά… Αυτός ο άνθρωπος είναι ο σωστός, αυτός που έχει για θεό ότι ο ίδιος αγαπά και αισθάνεται οτι τον εκφράζει…!»
Αυτό που έγραψες λοιπόν, είναι αυτό που πραγματικά συμβαίνει, και ισχύει και σε μερικούς τομείς που φαντάζομαι ότι δεν θα σε βρίσκουν σύμφωνο. Για παράδειγμα, για έναν φιλάργυρο ο Θεός είναι το χρήμα, σε αυτό δίνει τη μεγαλύτερη προσοχή και φροντίζει να το συσσωρεύει και να το αυγατίζει με κάθε τρόπο. Οπότε, τι πρόβλημα έχεις με έναν παπά που «ρουφάει λεφτά από το εκκλησίασμα»; Αν για σένα ισχύει ότι «σωστός άνθρωπος είναι αυτός που έχει για θεό ότι ο ίδιος αγαπά και αισθάνεται οτι τον εκφράζει» τότε και ο φιλάργυρος παπάς, και ο κάθε άλλος φιλάργυρος, από τον ιδιοκτήτη καζίνου που σπρώχνει τους άλλους στην αρρώστεια του τζόγου, μέχρι τον εργοστασιάρχη που δεν βάζει φίλτρο προστασίας του περιβάλλοντος στο εργοστάσιό του για να κάνει οικονομία, είναι σωστός. Και αυτός, όπως κι ο αλκοολικός και ο εξουσιομανής και ο σεξομανής που παρενοχλεί τις υπαλλήλους του, χωράνε μια χαρά στον ελαστικό ορισμό σου του σωστού ανθρώπου. Όμως δεν νομίζω ότι πραγματικά εννοούσες κάτι τέτοιο. Σίγουρα θα ήθελες να προσθέσεις ότι λατρεύουν το Θεό τους χωρίς να βλάπτουν τους άλλους.

Θα κλείσω κι εγώ το σχόλιο με μια γνώμη μου. Ασχολήθηκα με τις ανατολικές θρησκείες και φιλοσοφίες για καιρό. Σ’ αυτές βρήκα μια ψευδή εικόνα περί Θεού, ανθρώπου και κόσμου, έμαθα όμως και κάποια πράγματα τα οποία έχουν αντικειμενική αξία και τα οποία, αν και θα μπορούσα να τα έχω μάθει από αλλού, τα έμαθα από εκεί και τα θυμάμαι. Ένα από αυτά είναι το «χρειάζονται δυο χέρια να χτυπήσουν παλαμάκια». Άλλο ένα είναι ότι «η πραγματικότητα είναι αυτό, που ό,τι γνώμη και ιδέα κι αν έχουμε εμείς γι’ αυτό, δεν αλλάζει». Βρίσκω ότι αυτός ο ορισμός του Βουδισμού για την πραγματικότητα, περιγράφει πολύ καλά τον Θεό. Ο ροκάς και ο κάθε φιλόμουσος που δεν είναι ροκάς, μπορεί να αντιλαμβάνονται τον θεό μέσα από τη μουσική και γι’ αυτούς η μουσική να είναι Θεός. Ο ραλίστας, και ο κάθε άλλος που ηδονίζεται όταν η αδρεναλίνη του ανεβαίνει, έχει σαν Θεό την ταχύτητα, τις πτώσεις από ψηλά και τα σχετικά. Και το μωρό, που δεν ξέρει τον κόσμο, νομίζει ότι Θεός είναι η μαμά του, μια και αυτή του προσφέρει τροφή, φροντίδα, αγάπη και αίσθηση ασφάλειας. Όμως το τι πραγματικά είναι ο Θεός, δεν επηρεάζεται από τις γνώμες και ιδέες που έχουν οι άνθρωποι γι’ αυτόν. Ενώ ο ίδιος ο άνθρωπος επηρεάζεται από τη γνώμη που έχει για τον Θεό, και συχνά κάνει στη ζωή του μεγάλα λάθη εξαιτίας της.

Και πάλι ευχαριστώ που μοιράστηκες μαζί μας τη γνώμη σου. Να είσαι καλά και να δίνεις στον καθηγητή σου ωραίες ευκαιρίες για συζήτηση!

16. Θ.Ρ. - 10 Δεκεμβρίου, 2009

Θεωρώ μάλλον χρήσιμο το παρακάτω, που το αποκόπτω από εκτενέστερο σχετικό κείμενο. Αφιερώνεται στην τάξη του αδελφού και συμμαθητή μου στο μεγάλο σχολείο της δίψας για αλήθεια και αγάπη, του Χάρη:
Η μαζική αποστασία των ανθρώπων από το χριστιανισμό προφητεύτηκε τόσο από τον Ιησού Χριστό όσο και από τον άγιο απόστολο Παύλο. Βλ. κατά Ματθαίον κεφ. 24 και 25, όπως π.χ. το Ματθ. 24, 10-13. Εκεί ο Ιησούς τονίζει: «θα σκανδαλισθούν πολλοί», «πολλοί ψευδοπροφήτες θα εμφανιστούν και θα πλανήσουν πολλούς» (ίσως ως τέτοιους πρέπει να εννοήσουμε και αυτούς που υπόσχονται καταναλωτική ευημερία σ’ έναν αθεϊστικό «τέλειο» σύγχρονο κόσμο – αν και υπάρχουν και άφθονοι θρησκευτικοί «προφήτες», γκουρού κ.τ.λ.), «επειδή θα πληθύνει η αμαρτία, θα κρυώσει η αγάπη των πολλών», όμως καταλήγει: «εκείνος που θα υπομείνει έως το τέλος, αυτός θα σωθεί». Συμβουλεύει λοιπόν να μην αποχωρήσουμε από την Εκκλησία, αλλά να υπομείνουμε «έως το τέλος». Είναι δικαίωμά μας το τι θα κάνουμε, είμαστε ελεύθεροι να παίξουμε κορώνα γράμματα την αιώνια ψυχή μας. Είμαστε αυτεξούσιοι. Εκείνος απλά περιμένει, όπως ο πατέρας του ασώτου υιού, να επιστρέψουμε και (στο πείσμα κάθε ανθρώπινου ηθικισμού και «αισθήματος δικαίου») να μη μας κρατήσει κακία αλλά να μας σφίξει στην αγκαλιά Του και να μας εισαγάγει στον οίκο Του (κατά Λουκάν 15, 17-24). Είπε επίσης ότι η πόρτα της σωτηρίας είναι στενή και η οδός γεμάτη θλίψεις και λίγοι περνούν από εκεί, ενώ η πύλη της απώλειας ευρύχωρη και η οδός πλατειά (Ματθ. 7, 13-14). Και τούτο ισχύει για όλους τους αιώνες.
Ο Παύλος μίλησε για την αποστασία, που θα προηγηθεί της εποχής του Αντιχρίστου, στο 2ο κεφ. της Β΄ προς Θεσσαλονικείς, στ. 3, πράγματα που γράφονται και στην Αποκάλυψη, κεφ. 13 κ.α.
Είναι λοιπόν αναφαίρετο δικαίωμά μας να αρπαχτούμε από το Χριστό για να σωθούμε ή να περιπλανηθούμε αναζητώντας τη σωτηρία αλλού. Πώς θα ξέρουμε πώς θα σωθούμε; Πώς θα ξέρουμε πού είναι η αλήθεια; Βλέποντας εκείνους που ακολουθούν κάθε οδό. Σχετικό εξαίρετο άρθρο του Α.Ι.Οσίποφ, καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας, αυτό: http://oodegr.com/oode/orthod/genika/swsti1.htm.
Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, συνεπείς χριστιανοί; Κατ’ αρχάς, αυτό δεν έχει σχέση με το αν ο χριστιανισμός λέει την αλήθεια ή όχι. Η αλήθεια είναι αλήθεια, άσχετα πόσοι την ακολουθούν.
Απλώς, σήμερα έχουμε ξεγελαστεί και επηρεαστεί περισσότερο από τον αθεϊστικό δυτικό πολιτισμό, γι’ αυτό έχουμε σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείψει την πίστη. Και μιλάω για την Ελλάδα, διότι σε άλλες ορθόδοξες χώρες, όπως Σερβία ή Ρωσία, η ευσέβεια παραμένει υψηλή. Και παρέμενε επίσης υψηλή τα χρόνια του 20ού αιώνα, όταν εκατομμύρια ορθόδοξοι χριστιανοί βασανίστηκαν και θανατώθηκαν από το σοβιετικό και τα άλλα ανατολικά καθεστώτα, και έτσι έγιναν άγιοι μάρτυρες (έτσι γίνεται μάρτυρας ένας ορθόδοξος, όχι όταν πεθαίνει σκοτώνοντας τους εχθρούς [γι’ αυτό και εκείνους που σκοτώνονται στη μάχη δεν τους τιμάμε ως αγίους, αλλά προσευχόμαστε για τη σωτηρία τους, που δεν είναι σίγουρη – ενώ για τους αγίους ο Θεός έχει φανερώσει μετά θάνατον ότι σώθηκαν]). Επ’ αυτού ολίγα: http://www.akritas.net.gr/eshop/product.php?productid=19&cat=1&page=2.
Αυτά τα εκατομμύρια των νεομαρτύρων αγίων του 20ού αιώνα φανερώνουν ότι η εποχή μας δεν είναι καθόλου στείρα από αγίους. Και εκτός αυτών, βλέπουμε πλήθος συνεπών ορθόδοξων χριστιανών, λαϊκών και ιερέων, απλών ανθρώπων που μας περιβάλλουν και που ποτέ δεν γίνονται γνωστοί πέρα από το στενό τους περίγυρο.
Δυο βιβλία κατατοπιστικά: 1) «Γίνονται θαύματα σήμερα;», εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη (ανάπηροι ορθόδοξοι χριστιανοί, γεμάτη θεία χάρη), 2) «Ασκητές μέσα στον κόσμο», σύγχρονοι ευσεβείς λαϊκοί και ιερείς, κάποιοι και άγιοι (http://www.books.gr/ViewShopProduct.aspx?Id=5569809).
Θες κι άλλους; Επισκέψου μια ενορία κατά τον εσπερινό και σίγουρα θα δεις μερικούς (Σάββατο κατά τη δύση του ήλιου). Δες και μερικούς ακόμη: ένας παπάς που περιθάλπει μετανάστες, ενώ γύρω του «ορθόδοξοι» Έλληνες αντιδρούν: http://oode.wordpress.com/2009/06/01/ethnikistes-ekklisia/, άλλος ένας: http://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=2082&Itemid=1, ένας άγιος πατριάρχης (ο Σερβίας Παύλος) που κοιμήθηκε προ ολίγου καιρού: http://www.oodegr.com/oode/sygxronoi/patr_serv_pavlos_1.htm, άλλος ένας εξ ορθοδόξου πεποιθήσεως φτωχός (επίσκοπος στην Ελλάδα): http://www3.aegean.gr/agios-therapontas/magazine/hospitality/periodical/xb/Antonios.html, ένας παπάς που πληρώνει χιλιάδες ευρώ (με τη βοήθεια άλλων χριστιανών φυσικά) και βγάζει φουκαράδες από τη φυλακή (πήγε και εξομολόγησε και τον Πάσαρη): http://www.zougla.gr/page.ashx?pid=2&aid=82659&cid=4. Μια νοσοκόμα (και αγία) που γύρισε τον τρίτο κόσμο υπηρετώντας αφιλοκερδώς το συνάνθρωπο: http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/psyxotherap/logia_agapis_gavriilia_1.htm, μια αγία των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης: http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/psyxotherap/pente_typoi_1.htm κ.τ.λ. Και μερικοί στις ΗΠΑ: http://www.oodegr.com/oode/sygxronoi/serafeim_roouz_1.htm.
Κάνω συλλογή από τέτοια. Και ξέρω και στον τόπο όπου ζω πολλούς αφανείς ήρωες της ορθόδοξης αγάπης, που δεν υπάρχουν στο διαδίκτυο. Και δεν ανέφερα και τους πολλούς θαυματουργούς αγίους που έζησαν στον 20ό αιώνα ή τους μεγάλους πνευματικούς Πατέρες, όπως αυτός (στις ΗΠΑ): http://agioritikesmnimes.pblogs.gr/2009/10/585-gerontos-efraim-filothe-toy-erga.html.
Άγιος δεν είναι ο καλός άνθρωπος, ακόμη και ο ακτιβιστής ανθρωπιστής, αλλά εκείνος που πλησιάζει ή έχει φτάσει στην ένωση με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ. Επειδή ο Θεός αγάπη εστί και η ένωση με Αυτόν συντελείται διά της αγάπης, ο άγιος γίνεται καλός και αναλώνεται για τον πλησίον.
Συγχωρέστε με, αλλά επιμένω πως όχι μόνο κάθε αληθινή αναζήτηση της αγάπης αναφέρεται στο Θεό, αλλά και, αν συμβαίνει στο σύγχρονο δυτικό κόσμο, έχει χριστιανικό υπόβαθρο: http://www.oodegr.com/oode/koinwnia/koinwnia/xristian_ypov_1.htm.
Ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα σε όλους!…

17. suspect - 11 Δεκεμβρίου, 2009

καλησπερα και απο μενα.

πολυ ενδιαφερον το θεμα που αναπτυσσεις φιλε μου ΑΛΛΑ

Το κειμενο σου ειναι τεραστιο. Πολλες φορες το παρατηρω αυτο. Πες μας συνοπτικα την ουσια. Δεν γινεται να στραβωθουμε στην οθονη.
«οι αποψεις μου ειναι 1,2,3,4,5» και χαιρετε.
Μετα βεβαια, για να αισθανθεις καλυτερα κατσε γραψε και οοοοοοολο το αλλο κατεβατο. ή ο «ενας φιλος» εγραψε την ιστορια της ζωης του σε αρχαιο κειμενο και αντε βγαλε ακρη.

expaganus, πιστευω οτι καλως υπαρχει η σελιδα, καλως υπαρχουν ολα αυτα τα ενδιαφεροντα που γραφεις αλλα μην μπαινεις στην επαρση

α) μανιφεστων κομματος
β) διακυρηξεων και νομοσχεδιων
γ) της μεγαλης σοβιετικης εγκυκλοπαιδειας

Προλαβαινω τον αντιλογο:
«Αν πραγματικα σε ενδιαφερει και θελεις να μαθεις, κατσε διαβασε και ξεστραβωσου»

– Με ενδιαφερει γιατι μπαινω στη σελιδα και γινομαι τοσο αιχμηρος ( ενω θα μπορουσα να μην σχολιασω καν, απλως να κλεισω τον browser ) επειδη ακριβως ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΟΥ στον παγκοσμιο ιστο.

Θελεις να γραψεις την ιστορια της ζωης σου;
Καλα κανεις, δικο σου ειναι το σαητ, το διαχειριζεσαι οπως προαιρεισαι. Αλλα βαλε στην αρχη ή στο τελος ενα συνοπτικο, μια περιληψη.

Αν εχω το χρονο και τη διαθεση να διαβασω την μπριτανικα να το κανω αλλα να μπορω να ξεχωρισω και την ουσια στα γρηγορα.

Συγγνωμη για το υφος μου, σου δινω το λογο μου οτι δεν θα επανελθω επ αυτου αλλα το κανω καλοπιστα γιατι ευχομαι να σε διαβαζει ολος ο κοσμος. Και να θελησω αυριο να στειλω το λινκ σε μια κοπελα, ντρεπομαι γιατι θα με βρισει.

Επι του θεματος:

Πιστευω πως αν η γυναικα δεν εχει ντεκολτε και μινι ( να ειναι δηαλδη προκλητικα ντυμενη ) δεν υπαρχει και κανενας λογος να φοραει κουρελια να μπει στο μοναστηρι. Δεν ειμαστε τατζικισταν ουτε ο Θεος διδαξε τετοιες χαζαμαρες. Αλλο ο σεβασμος και αλλο το ουζμπεκισταν. Αλλο το σκακι και αλλο το ουισκακι.

Πρεπει η εκκλησια, 2009 εχουμε πια, να δειξει μια κοινωνικη οξυδερκεια και να σταματησει αυτο το καταλοιπο της οθωμανικης αυτοκρατοριας και δεν ειναι δυνατον να βλεπεις μια γυναικα με το παντελονι και τη μπλουζα της ( καθολου προκλητικα ) να την υποχρεωνουν να φοραει βρωμικα κουρελια για να αναψει ενα κερι.

Απο τα λιγα σχολια που διαβασα ( γιατι δεν αντεξα τα μακρυναρια ) συμφωνω με ενος ιερεα που λεει οτι δεν ειναι ολοι οι χωροι της μονης για ολους. Αυτο ειναι σωστο.

Θελω να θεσω και ενα αλλο ομως ζητημα προς σκεψη και συζητηση ( οχι μακροσκελη, δεν αντεχω )

Εστω κοσμικος. Γκρικ τουριστ. Που θα μπει να αναψει ενα κερι και να βγαλει φωτογραφιες. Αυτον δεν τον θελει ο θεος;
Δεν θα παρει εστω κατι λιγο απο το μαναστηριακο κλιμα;
Δεν θα ωφεληθει;
Πρεπει να τον διωξουμε;

Παντως το μοναστηρι ναι μεν ειναι χωρος ιερος και αν μια κοπελα ερθει με το μαγιο της, να συμφωνησω πως χρειαζεται συστασεις.
Απο κει και περα, αν δεν καταλαβαινετε το κοινωνικο γιγνεσθαι που βρισκομαστε και τι σημαινει παντελονι και αν πρεπει να μεινουμε στη φουστα μεχρι τον αστραγαλο πριν απο 50 χρονια, το μονο που καταφερνετε ειναι να διωχνετε τον κοσμο και να φερεστε σαν κατι παλαιοημερολογιτες που εκαιγαν τον κινηματογραφο στην ταινια του Σκορτσεζε.

Ηρωας οποιος διαβασε μεχρι εδω και …expaganus…
Ναι, εγραψα και εγω πολλα αλλα πιστευω οτι διαβαζονται ευκολα! 🙂

expaganus - 11 Δεκεμβρίου, 2009

@suspect λυπάμαι αν ταλαιπωρώ τα μάτια σου, αλλά πρόκειται για πάθος που δύσκολα το φέρνω βόλτα. Είμαι σεσημασμένος σεντονάς!

18. suspect - 11 Δεκεμβρίου, 2009

«ουκ εν τω πολλω το ευ»
«το πολυ το κυριε ελεησον..»

🙂 🙂 🙂

Σε ευχαριστω για την απαντηση σου, καλη Δυναμη

19. π παντελεημων - 14 Δεκεμβρίου, 2009

To τριπλό ερώτημα : «Δεν θα παρει εστω κατι λιγο απο το μαναστηριακο κλιμα;
Δεν θα ωφεληθει;
Πρεπει να τον διωξουμε;» νιώθω ότι απευθύνεται κατά κάποιον τρόπο και σε μένα μια που ίσως το γέννησε το σχόλιο μου.
Λοιπόν δεν θα ήθελα να φανεί σε κανένα σας ακραία η απάντηση μου, αλλά πιστεύω πώς σήμερα έχουμε «μυθοποιήσει» κάπως τα μοναστήρια. Κατανοώ την ανάγκη κάποιων-μεταξύ αυτών είμαι και εγώ κάποτε- να επισκεφθούν ένα χώρο περισυλλογής,άσκησης, αποκομμένο από την πεζή πραγματικότητα,χώρο ησυχίας και πνευματικότητας και όταν μάλιστα πρόκειται να ωφεληθεί από κάποια συμβουλή ενός γέροντα, και γιατί όχι να φιλοξενηθεί. Γεμίζουν πράγματι οι μπαταρίες και μυημένων και αμυήτων. Και ναι μια επίσκεψη σε ένα μοναστήρι ευκαίρως ακαίρως μπορεί να είναι καταλυτική για την ωφέλεια ή μεταστροφή κάποιου.Από την άλλη οι αρχαίοι πατέρες όταν πρωτοσύστησαν κάποιο κοινόβιο, σύστηναν κάτι για να ξεφύγουν από τον κόσμο και τις απαιτήσεις του και να πλησιάσουν κατά μόνας τον Χριστό,χωρίς περισπασμούς γι’αυτό ήταν αποξενωμένοι από τον κόσμο και από τα του κόσμου και αυστηρά φειδωλοί στις συναναστροφές.Όχι πως μισούσαν τον άνθρωπο μα γιατί αγαπούσαν τον Ησυχασμό.
Αυτό όμως που με προβληματίζει είναι αυτή η διαρκής προσήλωση σήμερα στα μοναστικά και στους μοναχούς σαν το μοναδικά αυθεντικό στοιχείο της ορθόδοξης παράδοσης ,σαν μια αποκλειστική κοιτίδα σωτηρίας και πιστότητας χωρις παράλληλα να αναπτύσσεται και μια ενοριακή ζωή και συνείδηση μέσα στον κόσμο.. Βλέπω περιφρόνηση των ενοριών. Βλέπω περιφρόνηση ενός περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούμε όλοι, του κόσμου δηλ. Σαφώς και μπορούμε να αγιαστούμε μέσα στον κόσμο,σαφώς και στον κόσμο σαν πιο οικείο περιβάλλον μπορεί να μας γίνει το μεγάλο κλικ.Δεν ξέρω. Μήπως έγιναν πλέον τόσο απωθητικές οι ενορίες μας ή για να φανω τολμηρότερος μήπως ο Χριστός «συμπιέστηκε» σε κάποιους συγκεκριμένους χώρους; Η μεταστροφή και η σωτηρία μας είναι εκεί έξω ,κάπου εκεί έξω και αυτό μπορεί να μας διαφεύγει. Να μην είμαστε σίγουροι για τίποτα. (Συγγνώμη ξέφυγα από το θέμα)


Σχολιάστε